Ένας κήπος γεμάτος αγάλματα κι η ανάμνηση ενός κλαμμένου δειλινού,πριν απο χρόνια πολλά,σε κάποια ερημική εξοχή με έναν ύποπτο άνεμο... Ρεμβασμός απο αλλού....
Θόρυβοι μακρινοί,απο την γενική κατευθυνση του γαλαξία,ταξιδεύουν μεσα απο αιώνιες εκρήξεις μέχρι τα ουράνια σπίτια του θεού,στην άλλη μεριά του σύμπαντος,εκεί όπου άγγελοι μεθυσμένοι χορεύουν γυρω απο φωτιές καθώς μια μαγισσα υπνωτισμένη γυρνάει αργά μια παμπάλαια λατέρνα.
Ψιθυριστές διηγήσεις και απίστευτες ιδέες μιάς εξωγήινης παρέας,χίλια ετη φωτός πιο πέρα,σε μια ξένη ακτη με μια υπέροχη μωβένια θάλασσα.
Μια στιγμή απερίγραπτη που πάντα αργεί να έρθει κι ολοι οι πόθοι μου απλωμένοι πάνω στον κιτρινισμένο χάρτη.
Ο αέρας λικνίζει τα κλαδιά των δέντρων συνθηματικά κι εφιαλτες του χειμώνα σιμώνουν απο μακριά σαν καβαλάρηδες χλωμοί πάνω σε άλογα φασματικά.
Οι μέρες φεύγουν και χάνονται,παίρνοντας μαζί τους όλες τις αναμνήσεις...
Οι πρώτες αγάπες και τ΄αθώα φιλιά,τα ρόκ νιάτα και οι ιδρωμένες συναυλίες,τα κρυφά ραντεβού και οι πρωτόγνωρες υποσχέσεις.Ξεφτισμένα άλμπουμ με ασπρόμαυρες φωτογραφίες και μικρά αρωματικά λευκώματα με μουντζουρωμένες αφιερώσεις,ένας δίσκος βινυλίου ξεχασμένος στο υπόγειο μαζί με τις ψάθινες κούκλες και τα πολυχρωμα πάζλ.
Ο χρόνος κλέβει τη ζωή μας,τα όμορφα είδωλά μας απο τον καθρέπτη κι όλα τελειώνουν μέσα στους καιρούς έπειτα απο μια αμφίβολη πορεία,σπαρμένη με βάσανα και πόνους.Σάπια τα χρόνια μας,σαν ακίνητα σκιάχτρα στη μέση του χωραφιού γεμάτα δισταγμούς και πικρές ενοχές...
Κάποτε σκεφτήκαμε πως είμαστε άνθρωποι και λυπηθήκαμε πολύ για την τραγωδία της ύπαρξής μας.Γράψαμε εξαίσια ποιήματα και μελαγχολικά τραγούδια,ξεγελάσαμε τη μοίρα με σιδερένιες ηδονές και οργασμούς φαντάσματα,δώσαμε ονόματα παραξενα σε αστέρια και κομήτες δακρύζοντας με λυγμούς,εκείνες τις θεοσκότεινες νύχτες που νιώθαμε απάτριδες και καταραμένοι...
Θυμάσαι;
Πού να το φανταζόμασταν πόσο άδικος θα ναι με εμάς ο Κόσμος...
Ονειρεύομαι μια αυλή με λουλούδια κι ένα χρυσό ηλιοβασίλεμα στην άκρη του ορίζοντα,στόλους αιθέριων ιστιοφόρων και κάστρα στα σύννεφα χτισμένα, ίχνη μοναχικά πάνω στο χιόνι ενος νοσταλγικού τοπίου κι έναν φάρο συγκινητικό που αναβοσβήνει ρυθμικά μες την ομίχλη.
Οι ιστορίες που σου διηγήθηκα στο κατώφλι του σπιτιού,τα οράματα και οι εμνεύσεις,το σκοτεινό δασάκι που μας τρόμαζε και το μικρό ξύλινο τρενάκι που τόσο αγαπούσα...
Κάποιος νούς απόμακρος τα θυμάται ακόμα....
Γιατί δεν γίναμε ποτέ αυτο που φανταζόμασταν;Γιατί χαθήκαν όλες οι προκλήσεις κι υπερβάσεις του εαυτού μας;Ποιός μας πρόδωσε την τελευταία στιγμή;
Θα μπορουσα να μαι ένας γενναίος αστροναύτης μ΄ενα καταπληκτικό διαστημόπλοιο σαν εκείνο που ζωγράφιζα μικρός μες τις κουβέρτες ή ενας περιπλανώμενος βάρδος με άρπα γυαλιστερή που βαδίζει νύχτα σε λιβάδι μουσκεμένο,τόσο μακρια από οπουδήποτε,μόνος του κάτω απ την περήφανη λεγεώνα των άστρων.
Σπάστε τα όλα και πάμε να φύγουμε!
Αυτό δεν είναι ο Κόσμος που ποθήσαμε κι αυτή η άχαρη ζωή δε μας αξίζει!
Θέλουμε να κοιτάξουμε πίσω απ την Αυλαία,σε όλα τα Κοσμικά παρασκήνια,μέσα στον συμπαντικό καθρέπτη και πέρα απ αυτόν,στο τελευταίο σύνορο της πιό αχαλίνωτης φαντασίας!
Πέρνω μια βαθιά ανάσα κι αντικρύζω με ματια ορθάνοιχτα τον συννεφιασμένο ουρανό.
Σηκώνω ψηλά τη γροθιά κι ακούω την ψυχή μου να βροντοφωνάζει με όλη της τη δύναμη μέσα στα σωθικά μου:
´´ Δέ θα πεθάνουμε ποτέ,πουλημένοι Κοσμοκράτορες!!! ´´
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά