Της ψυχής μας το στέκι
Εχθές ημέρα Σάββατο και ώρα βραδινή
είπα να πάω την κυρά να φάμε κάπου έξω
της φάνηκε η ιδέα μου λαμπρή και φαεινή
σαν είπα μ’ ακριβό κρασί το φάρυγγα να βρέξω
Της είπα ντύσου όμορφα και βάλε τα καλά σου
και φόρτωσε κοσμήματα τ’ αυτιά και τον λαιμό
βάλε και ρουζ, τα μάγουλα να δω τα ροδαλά σου
τ’ αστέρια στην ’μορφάδα σου στολίδια σου κρεμώ
Κι όπως το είπα έγινε στολίστηκε με χάρη
η λιόκαλη και πήγαμε σε μια ψαροταβέρνα
και πριν ακόμα να σκεφτεί, χαμπάρι προτού πάρει
στον ταβερνιάρη φώναξα να παραγγείλω πέρνα
Και του ’πα ψάρια καθαρά να φέρεις στο τραπέζι
και καλαμάρια κι αστακό και νόστιμο χταπόδι
βάλε και κάτι απαλό σε μουσική να παίζει
και φέρε ακριβό κρασί, κουνήσου πάρε πόδι!
Και όλα γίναν’ άψογα, τι ψάρια, τι γαρίδες
μόνο το γάλα του πουλιού δεν ήρθε στο τραπέζι
θαλασσινά, μαλάκια μεγάλες καραβίδες
κι όλα γλυκά λες κι είχανε επάνω πετιμέζι
Σαν φάγαμε και ήπιαμε και πέρασε η ώρα
στον σερβιτόρο φώναξα πως θέλω να πληρώσω
άλλαξα χίλια χρώματα και σκέφτηκα πως τώρα,
που είδα τον λογαριασμό, ψυχή θα παραδώσω
Είπα να μείνω ήρεμος σαν τέρας ψυχραιμίας
ν’ αφήσω φιλοδώρημα να είμαι κουβαρντάς
όμως θα είδε η κυρά συμπτώματα αναιμίας
στο πρόσωπο και ρώτησε… Μα πες τι απαντάς!
Μα τέλος πάντων φύγαμε και ’γω κρυφό βογκούσα
όμως κι εκείνη στέναζε και όλο ξεφυσούσε
σκεφτόμουν ρεζιλεύτηκα καθώς ψυχορραγούσα
και άναβα ολόκληρος τι και αν βοριάς φυσούσε
Και φτάσαμε στο σπίτι μας κι εγώ ρεζιλεμένος
χωρίς να πω πολλά – πολλά, κίνησα να πλαγιάσω
όπως ο ύπνος μ’ έπαιρνε και μισοκοιμισμένος
να λέει ακούω την κυρά, μου ’ρχεται να ξεράσω
-Κάτι με ανακάτεψε, ….θα κάνω εμετό
μάλλον δεν μου χαλάλισες το δείπνο κι είμαι λιώμα
μα τρέχω είπε βιάζομαι, πάω στον οχετό
να βγάλω από μέσα μου και φαγητό και πιόμα
-Τι λες κυρά τρελάθηκες; Καλή μου συγκρατήσου,
ξέρεις πόσο τα πλήρωσα αυτά που πας να βγάλεις
βάλε το νου σου να σκεφτεί και πέσε και κοιμήσου
κι απ’ το μυαλό τον εμετό κοίτα να αποβάλλεις
Άκου δεν της χαλάλισα το δείπνο κι είναι λιώμα!
Σκεφτόμουν στράφι πλήρωσα γαρίδες σαγανάκι
μα μ’ έκανε και ένιωσα σαν λείψανο και πτώμα
σαν άκουσα που τράβηξε ξερά το καζανάκι
Πάνε μπαρμπούνια, αστακοί, γαρίδες, καραβίδες
αμάν κυρά με σκότωσες, συμπόνια που θα βρω
του γαστρικού συστήματος δεν κλείνεις τις βαλβίδες
εσύ δεν φτύνεις φαγητά,…. ξερνοβολάς ευρώ.
Βρε άνθρωπε τι έπαθες διά φορά δευτέρα.
Να τη ξεβγάλεις κόντεψε τη δόλια περιστέρα.
Όπως την προηγούμενη "φέρε" στον ταβερνιάρη,
άρχισες με τον αστακό κι έφτασες στο χαβιάρι.
Και ύστερα πώς απορείς με τ' άχου και τα άχι
όταν με τα μαλάκια, γεμίζεις το στομάχι.
Όπως και να 'χει τα ευρά στον βόθρο θα 'χαν πάει.
Αυτή είν' η κατάληξη σ' ό τι το στόμα φάει.
Σ' ετούτη την περίπτωση τα στρείδια και τα μύδια
την κάτω δεν πήραν οδό μα την οδό την ίδια.
Ιδού η Ρόδος το λοιπόν ιδού και η ταβέρνα.
Κυρ Λάμπρο άμα σου βαστά απ' έξω ξαναπέρνα.
Πόσο πολύ σε σκέφτομαι τι σου ’μελλε να πάθεις
πως έπρεπε να ξοδευτείς το μάθημα να μάθεις.
Από τα χρόνια τα παλιά κι από τον Ιπποκράτη
μάθαινε πως στο φαγητό πρέπει να κάνεις ‘κράτει’
Γιατί για λόγους σοβαρούς σίγουρα όπως και νάχει
πρέπει το βράδυ να σε βρει με ελαφρύ στομάχι.
Να ’σαι τη νύχτα ζωηρός, ντούρος και κοτσονάτος
και η γυναίκα σου να πει ‘Ο άνθρωπός μου! Νάτος!’
Να ’χεις και τα ευρώπουλα σωστά την άλλη μέρα
για να κυλήσει η ζωή, να πάει παραπέρα.
Κι αν θέλεις στη γυναίκα σου αγάπη να δωρίσεις
Με ένα τριαντάφυλλο να την καλημερίσεις!
Άψογο από κάθε άποψη το ποίημά σου!!! Πολύ μου άρεσε!! Την καλημέρα μου Αφωνε...
Γραφεις ωραια και με χιουμορ!!!
καλησπερα
.
.
Ωραίος και σ` αυτό Άφωνέ μας!!!
Και πάλι τα κατάφερες με φουλ θαλασσινά
ν` ξεπατώσεις πάραυτα τη δόλια την κυρά....
Φίλε μου Γρηγόρη, χίλια ευχαριστώ για τα τον υπέροχο χαρακτηρισμό σου και τα εξαίσια λόγια σου. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν είμαι και δεν υπήρξα ποτέ μου δάσκαλος σε κάτι, ούτε διακατέχομαι από σοφία, μακάρι να ήταν έτσι, μόνο καλή διάθεση έχω και θέληση να μελετώ λίγο περισσότερο τα γραπτά όλων μας. Παρόλα αυτά, με τιμά ιδιαίτερα η προσφώνηση σου και σε ευχαριστώ θερμά για άλλη μια φορά. Μόνο άφωνος είμαι και Άφωνο με λένε, μόνο Άφωνο.
Ειρήνη μου φιλοσοφείς μέσα σε λίγους στίχους
η εκδοχή σου βροντερή σαν μιας καμπάνας ήχους
“Όπως και να 'χει τα ευρά στον βόθρο θα 'χαν πάει.
Αυτή είν' η κατάληξη σ' ό τι το στόμα φάει.”
Βρε Κωνσταντίνα τι να πω μ’ αυτή την αθερίνα
ολόφρεσκη να σπαρταρά στον μόλο στην μαρίνα
η συμβουλή σου άριστη θα την ακολουθήσω
δεν πρόκειται ποτέ που λες, να την ξαναπατήσω
Ω! Αριάδνη θεϊκή πόσο σωστά μιλάς
στοχάζομαι τα λόγια σου, σε βλέπω να γελάς
“κι αν θέλεις στη γυναίκα σου αγάπη να δωρίσεις
με ένα τριαντάφυλλο να την καλημερίσεις!”
Γρηγόρη με στριμώξανε με κάνανε σμπαράλι
δεν έχω μούτρα να τι δω, κι είμαι σε μαύρο χάλι
Φίλε μου Τάσο τι να πω που φέρθηκα σαν χοίρος
και παραλίγο γλύτωσα, να ήμουν τώρα χήρος
Παιδιά πολύ ευχαριστώ για την συμμετοχή σας
υπέροχα τα ρήματα και κάθε μετοχή σας
ένας όμως δεν φάνηκε, δεν διάβασα τον Χρήστο
ο δόλιος δεν με διάβασε ή δεν θα έχει οίστρο.
Εχω μείνει άφωνη με αυτο το ποίημά σου
Καλλίτερα να διαβασες ποίημα στην Κυρά σου
σ΄ατμόσφαιρα ρομαντική χωρίς πολλά φτιασίδια
να σ΄ακουγε και να λεγε ας πανε τα θαλασσινά,
ας πάνε και τα στρείδια.
Πράγματικα πολύ ωραίο!!!Νασαι καλά, μας εκανες να γελάσουμε.
Να εχεις ενα όμορφο βράδυ.
Νεφέλη μου σ' ευχαριστώ για το στιχούργημα σου
ας είχα όταν έπρεπε την γνώση τη δικιά σου
Καλλίτερα να διαβαζα ποίημα στην Κυρά μου
μα τώρα σαν τα μούτρα μου τα έκανα γλυκιά μου
Α, Και η alter ego άφαντη και πήρε απουσία
δεν ήρθε στο Χαλάλι σου, αυτή είναι η ουσία.
Αχ Γιώργο μου σε ξέχασα συγνώμη σου ζητάω
δεν το 'κανα επίτηδες, λυπάμε και πονάω.
φίλε Άφωνε καλή η διασκέδαση,
η φτώχια θέλει καλοπέραση,
να έχεις την ικανοποίηση,
το πάθημα σας έγινε ποίηση,
σας εύχομαι το επόμενο Σάββατο,
το γλέντι να 'χει τέλος ευχάριστο.
καλημέρα πειραχτήρι Μυτιλινιέ.
Πόσα να πω ευχαριστώ ωραίε γείτονα μου
με την φωνή την μπάσα μου και τα βαρύτονα μου
στέκει η ψυχή σου Παντελή στα βάσανα τοιχίο
πάντα λεβέντες βγαίνανε το ήξερα στην Χίο
Ο κράζωντας ο άφωνος ξανά ταπεινωμένος
εκτός τον άλλων φάνηκε πως ειν σπαγκοραμμένος
αντί να συλλογίζεται τι έχει η κυρά του
το μόνο που τον ένοιαζε που πάνε τα ευρά του
Αυτός κοιμάται και ξυπνά αγκαλιά με πορτοφόλα
θα περιμένω εσαεί μέχρι να δω ρομπόλα
μη τον λυπάστε χριστιανοί βαράτε τον με στίχους
να ντρέπεται να βγει στο φως κλεισμένος μες τους τοίχους
Μπορεί να είναι ποιητής στους στίχους το ξεφτέρι
και να του γίνεται πηγή το κάθε του χουνέρι
μα όσο θα ταπεινώνεται τόσο εγώ γελάω
και την βεντέτα την παλιά ποτέ δεν την ξεχνάω
Όσο για την βασίλισσα του κράζων την κυρά
το χαρτζιλίκι κόψτο του μη ξαναδεί παρά
μην το λυπάσαι αρχόντισσα άλλο μην κάνεις κράτει
φωτό να δούμε στη γωνιά με μαυρισμένο μάτι
Σχόλιο
Προστέθηκε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 0 Σχόλια 0 Μου αρέσουν
Προστέθηκε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 0 Σχόλια 0 Μου αρέσουν
Προστέθηκε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 0 Σχόλια 0 Μου αρέσουν
Προστέθηκε από τον/την zissakos pavlos 0 Σχόλια 0 Μου αρέσουν
Ξεκίνησε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 10 Φεβ. 0 Απαντήσεις 0 Μου αρέσουν
Ξεκίνησε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 10 Φεβ. 0 Απαντήσεις 0 Μου αρέσουν
Ξεκίνησε από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο Ιουν 29, 2023. 0 Απαντήσεις 0 Μου αρέσουν
Ξεκίνησε από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο. Τελευταία απάντηση από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο Ιουν 19, 2023. 1 Απάντηση 1 Μου αρέσει
Ξεκίνησε από τον/την Liontas. Τελευταία απάντηση από τον/την Δημήτρης Φάββας Νοέ 25, 2021. 24 Απαντήσεις 6 Μου αρέσουν
© 2024 Created by Nikolakakos Georgios (spartinos). Με την υποστήριξη του
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά