Όπως πολλοί άνθρωποι,έτσι κι εγώ,φαντάζομαι μια ζωή εντελώς διαφορετική.... Απο μικρό παιδί ονειρευόμουν ταξίδια μακρινά και αναπάντεχες περιπέτειες σε κάθε γωνιά της γής...
Θα μπορούσα λοιπόν να είμαι ναύτης σ ένα πλοίο εμπορικό και θα ταξιδεύω σε όλες τις θάλασσες του Κόσμου.Θα έχω για φίλο έναν Μαροκινό λοστρόμο με μια βαθιά ουλή στο πρόσωπο κι ένα δάχτυλο μισοκομμένο,θα μας αρέσουν πολυ τα παζάρια στο Κέιπ Τάουν και οι δίδυμοι φάροι στο λιμάνι της Μασσαλίας,μεθυσμένοι στο Αμβούργο θα χορεύουμε μέσα στις ντίσκο αγκαλιά με τις ξανθιές θεές του τίποτα,χαλόντας όλα τα λεφτά μας σε λουλούδια και μπουκάλες με ουίσκι,μπόρες τροπικές έξω απ το Σιάμ και φάλτσα τραγουδια νέγρων στα στενά του Χάλιφαξ,μεσοπέλαγη αγωνία και κάτι φώτα παράξενα σαν τις φωτιές του Κάπταιν Έλμο,νότια,χαμένοι κάπου στον Ατλαντικό...
Θα μπορούσα να είμαι ένας τυχοδιώκτης αρχαιολόγος που αναζητά τα απομεινάρια μυστικών πολιτειών,βαθιά μέσα στις σκοτεινές ζούγκλες του Αμαζονίου.Θα μαθω απ τους ιθαγενείς να αποκρυπτογραφώ τα ιερογλυφικά των Μάγιας και θα σχεδιάζω πολύτιμους χάρτες πάνω σε δέρμα αγριόχηρου,θα καταγράφω τα πάντα σ΄ένα ημερολόγιο και στον ελεύθερο χρόνο μου θα παγιδεύω σπάνια δηλητηριώδη φίδια για να φτιάξω καταπληκτικά ελιξίρια,θα χω κι έναν κοφτερό σουγιά με κοκκάλινη λαβή και θα φορώ ένα γιλέκο καφετί με κρόσσια μακριά στην πλάτη.
Κι ίσως κάποια μέρα να χωθώ σε μια καταπακτή ενός παμπάλαιου ναού και να μη βγω ποτέ απο εκεί μέσα,έτσι κι αλλιώς κανείς δε θα με ψάξει...
Θα ήθελα να είμαι χρυσοθήρας,ψηλά στα Superstitions Mountains,στην καρδια της Αριζόνα.
Θα μαι έχουν φίλο οι Ινδιάνοι Χόπι και δε θα τους ενοχλεί το τεράστιο σομπρέρο στο κεφάλι μου.Θα τρυπώνω στα ορυχεία και θα σκαλίζω μέσα στις στοές με το λιγοστό φώς μιάς λάμπας πετρελαίου,ένα παγούρι με τεκίλα και τα σκουριασμένα εξάσφαιρα στη μέση,κρότοι αλλόκοτοι στο βάθος και ύποπτα σφυρίγματα...
Τις νύχτες,θα παίζω θλιμμένους σκοπούς με την ταπεινή μου φυσαρμόνικα,καθισμένος πάνω στα βράχια,παρέα με τους κροταλίες και θα κοιτάζω έκθαμβος τους σκελετούς των νεκρών ληστών να χορεύουν αγκαλιά γύρω απ τους κάκτους,τρένα φαντάσματα θα χάνονται σφυρίζοντας μες το νυχτερινο τοπίο,καλίγραμμες σκιές και αναμνήσεις αλλοτινών εποχών κάτω απ το φώς της πανσελήνου...
Ίσως να ζούσα στην μακρινή Ισλανδία,κάπου κοντά στα ηφαίστεια Χέκλα,σε μια ξύλινη καλύβα παρέα με εναν γέρο κηνυγό.Θα είμαστε αποκλεισμένοι απ το χιόνι για μέρες πολλές και θα ρίχνουμε κούτσουρα στο τζάκι τραγουδώντας περήφανα τραγούδια πρός τιμήν του θεού Heimdall.Θα πίνουμε κονιάκ μες σε μεγάλες κανάτες κι ο παππούλης Ισλανδος με τα γαλάζια μάτια θα μου διηγήται ιστορίες για την Άσγκαρντ,τη χώρα των θεών και για το Ράγκναροκ που θα έρθει όταν τα άστρα πάρουν τη σωστή τους θέση.
Θα έχουμε πολλά να πούμε για τις ζωές μας και θα ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια όταν θα σκεφτόμαστε όλους αυτούς που ζούνε στις μεγαλουπόλεις,εμείς θα μαστε μόνοι και ευτυχισμένοι,μέσα στην ατέλειωτη πολική νύχτα....
Θα ήθελα να έχω ένα πολύχρωμο τροχόσπιτο και με αυτό να γυρίσω όλο τον κόσμο,να γνωρίσω πανέμορφα μέρη,τις απόκρημνες ακτές της Σικελίας,τις ανθισμένες εξοχές στην Ισπανία και τους αμέτρητους αμπελώνες στη Ν.Γαλλία,τις απέραντες σιβηρικές στέπες,τις ερημικές εκτάσεις στην Αφρική και τα φτωχικά χωριά της Ινδίας,να πάω παντού και να αισθάνομαι ελεύθερος,κάθε μέρα και κάθε νύχτα...
Θα χω μακριά μαλλιά και πολλά τατουάζ,θα φορώ σκισμένα τζήν και μαυρα γυαλιά,ένα μεγάλο δαχτυλίδι με όψη δράκου κι ένα μαντήλι κόκκινο στο λαιμό.Θα χω και μια κιθάρα Rickenbacker,κόκκινου χρώματος και τις νύχτες θα τραγουδάω παλιά μπλούζ και μπαλάντες δίπλα απ τη φωτιά μαζί με τους ρομαντικούς αλήτες και τα αδέσποτα σκυλιά...
Κανείς δε θα ξέρει απο πού ήρθα και ποιά είναι η ιστορία μου...
Θα ζώ την κάθε στιγμή όπως θέλω εγώ και δε θα με φοβίζει πια ο θάνατος αφού δε θα χω τίποτα να χάσω....
Θα μπορούσα να ζώ ψηλά σ έναν μεσαιωνικό πύργο,στη Β.Σκωτία.
Θα έχω έναν πιστό και καλόκαρδο υπηρέτη και θα μαστε απομονωμένοι απ τον υπόλοιπο κόσμο.
Θα διακοσμήσουμε τον πύργο με αμέτρητους πίνακες ζωγραφικής,με πανοπλίες ιπποτών και πανέμορφα αγάλματα,συλλογές απο ξίφη και ασπίδες στους τοίχους,ένα μεγάλο πιάνο και πολύχρωμα αραβικά χαλιά στο σαλόνι,μεταξωτές κουρτίνες και περίτεχνα λαμπατέρ στις κρεββατοκάμαρες,ένα χρυσό τζούκμπόξ στην εβέννινη βιβλιοθήκη και το γυαλισμένο τηλεσκόπιο στην αίθουσα με τους χάρτες και τις κρυστάλλινες σφαίρες.
Θα φτιάξω ένα αλχημιστικό εργαστήρι και θα μελετώ τα απόκρυφα κείμενα του Παράκελσου και τις ιερογλυφικές σφραγίδες του John Dee,ακούγοντας δίσκους με απαλές μελωδίες και κελαηδίσματα αηδονιών στο ατμοκίνητο γραμμόφωνο.Θα μεταφράσω το μυθιστόρημα του Ιούλιου Βέρν Η Σφίγγα των Πάγων σε πολλές γλώσσες και θα αποστηθίσω τον Φάουστ του Γκαίτε,τα απογεύματα θα ερμηνεύουμε με τον υπηρέτη μου έργα του Σαίξπηρ και θα στήνουμε αυτοσχέδια κουκλοθέατρα με πορσελάνινα μπιμπελό και ξεφτισμένες κούκλες πάνω στο ασημένιο τραπέζι της κουζίνας.
Θα έχουμε κι ένα βιολετί αερόστατο με γαλάζιες ρίγες και θα πετάμε την αυγή πάνω απ τους δασώδεις λόφους,τραβώντας καταπληκτικές φωτογραφίες με μια συλλεκτική φωτογραφική μηχανή ανεξακρίβωτης μάρκας.
Θα μαστε παράξενοι,εκκεντρικοί κι αθεράπευτα ονειροπόλοι.Θα συμπεριφερόμαστε σαν να ζούμε στον 17ο αιώνα και θα φοράμε παλιομοδίτικα κοτλέ κοστούμια και ψηλά ριγέ καπέλα.Εγώ θα έχω και μια πίπα καφετιά απο ξύλο μπαμπού και θα κρατώ με ύφος ένα χρυσό μπαστούνι μ ενα πεντάκτινο αστέρι ζωγραφισμένο στην λαβή.
Θα ζήσουμε μέχρι το τέλος ανέμελοι και ανυπότακτοι,άσημοι εραστές μιας παράλογης ουτοπίας κι όταν πεθάνουμε κανείς δε θα τολμά να πλησιάσει τον Στοιχειωμένο Πύργο κι οι χωρικοί θα λένε ιστορίες στα παιδιά τους για ένα φάντασμα αερόστατο που εμφανίζεται πάντα την αυγή πάνω απ τους λόφους....
Θα θελα να είμαι ναυαγός......σ ένα έρημο νησί,μακριά απο οπουδήποτε.....
Να κατοικώ σε μια σπηλιά έχοντας ένα ψάθινο κρεββάτι και δυο-τρια κιτρινισμένα βιβλία για συντροφιά...
Θα γυρίσω όλο το νησί,σπιθαμή προς σπιθαμή...
Θα φτιάξω ένα μικρό παρατηρητήριο κι ένα δόρυ αιχμηρό,τις νύχτες θα ανάβω φωτιές και θα χορεύω εκστασιασμένος χτυπώντας δυνατά παλαμάκια.Θα σχεδιάζω παράξενους σεληνιακούς δαχτύλιους πάνω στην άμμο και θα μαθω να αναγνωρίζω τα πουλιά απ τις κραυγές τους.Θα σκαρφαλώνω πάνω στα βράχια και θα ουρλιάζω σαν λύκος στην ερημιά.
Τα δειλινά θα στέκομαι πάνω στο παρατηρητήριο και θα αντικρύζω εξαίσια ηλιοβασιλέματα καθώς ο άνεμος θα λικνίζει απαλά τα τρύπια ρούχα μου.Θα κοιτάζω υπομονετικά μ ενα μονοκυάλι τον ορίζοντα,περιμένοντας το πλοίο που θα έρθει να με σώσει.
Με τον καιρό θα ξεχάσω ποιος είμαι και θα με ξεχάσουν κι όλοι οι άλλοι!
Κανείς δε θα έρθει ποτέ!
Θα γίνω γέρος με κάτασπρα μαλλιά και μακρια γένια!
Θα αναπολώ μονάχος κάτι στιγμές συγκινητικές με χάδια και τρυφερά ερωτόλογα,ένα τρελό καλοκαίρι κάπου μακριά που δε θα θυμάμαι και μια μουσική μαγευτική,μεσάνυχτα,με μια ζεστή αγκαλιά...
Κι όταν θα βλέπω τα περίεργα φώτα των δορυφόρων καθώς θα διαγράφουν τις ουράνιες τροχιές τους στο στερέωμα θα σκέπτομαι πως ίσως κάποτε κι εγώ να ήμουν ένας άνθρωπος κανονικός,σαν όλους τους άλλους,με φίλους κι οικογένεια......ένας άνθρωπος χωρίς παράξενα όνειρα......
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά