Ήτανε πέντε τα χαράματα . Πλησιάζαμε το Λουζόν στραίητ φορτωμένοι σκράπ από το Όκλαντ της Καλιφόρνια με πορεία προς την Πατάγια της Ταιλάνδης .
Εδώ και καμμιά βδομάδα τα δελτία έδιναν έναν τροπικό κυκλώνα , γεννημένο στα νησιά Μαριάννας , που όλο και γέμιζε , με πορεία που σύγκλινε με την δική μας επικύνδινα , με άμεσο κίνδυνο ν` ανταμωθούμε κοντά στο στενό βόρεια της Λουζόν .
Ξαμολημένος από τα παρθένα νησιά ο Lee , έτσι έλεγαν τον τυφώνα , έβραζε και ταράζε βαθειά τον ωκεανό . Τα πανύψηλα πλατειά κύματα υποχωρούσαν με αρμονικά βαρειά βήματα κανοντάς όλους μας να νοιώθουμε δέος και απειλή . Κάθε τόσο το βαρυφορτωμένο καράβι μας γκρεμιζόταν από τις αφρισμένες κορυφές στην άβυσσο του οργισμένου Ειρηνικού .
Είχαμε τον καιρό δευτερόπρυμα μα σε λίγες ώρες θα έπρεπε να αλλάξουμε πορεία και τότε θα τον πέρναμε γιά κάμποση ώρα στη μπάντα ...
Στεκόμουν στην άκρη της γέφυρας αμίλητος παράμερα παρακολουθώντας τα κύματα που ισόχρονα χτυπόυσαν τον αινά μας .
Η μανούβρα αυτή με ανησυχούσε . Γιά καμμιά ώρα πάνω κάτω ο καιρός θα ερχότανε στη μπάντα του καραβιού μας αν ακολουθούσαμε ακριβώς την πορεία που ήταν σημειωμένη επάνω στο χάρτη , και δεν ήτανε καιρός γιά να τον έχεις στην μπάντα ... Η πρύμα να σε σπρώχνει , η όρτσα γιά να σε τραβερσώνει . Αλλά στην μπάντα ...
Ο καιρός πήρε να δυναμώνει και το καράβι σκαμπανέβαζε σαν πούπουλο . Τα κύματα έμοιαζαν να παίζουν μαζί του ένα παιχνίδι ίδιο με κείνο του ποντικού και της γάτας ...
Τα πυκνά χαμηλά μολυβένια σύννεφα που άγγιζαν τον ορίζοντα , κάλυπταν όλο τον ουρανό κρύβοντας μαζί και αλάκερο το στερέωμα από τα μάτια μας .
Το καράβι τυρρανιότανε σ` αυτό το αγγάλιασμα με του θεριού την αγγάλη και τ` άλμπουρα βογγούσανε . Ήτανε φορές που η προπέλα μας βγαλμένη έξω από το νερό γύριζε τρελλά σχίζοντας τον αέρα και άλλες που βυθιζότανε απότομα βαθειά στο ανήσυχο ωκεανό παλεύοντας σκληρά μαζί του .
Παρόλη την παιδωμή της η μηχανή φιλότιμα πάσχιζε να κρατήσει τις μειωμένες ήδη στροφές της , που σαν ξενερίζαμε ανέβαιναν υπερπολλαπλάσια από το κανονικό , και να κερδίσει βήμα βήμα στον αγώνα με τα στοιχεία της φύσεως ...
Ύστερα από λίγο έστειλα τον ναύτη της βάρδυας να τσεκάρει ξανά το ακομοδέσιο και να πεί στους κουζινιέρους να σιγουράρουν τα κατσαρολικά τους και τα σχετικά ... φόρεσα τη νιτσεράδα και βγήκα παρέα τους ... σε λίγο θα γυρίζαμε .
Καθώς έβγαινα στη βαρδιόλα μιά χοντρή ψιχάλα με χτύπησε στο πρόσωπο ... και αμέσως μετά άλλη μία ...
« Αυτό μονάχα μας έλειπε τώρα , ν` αρχίσει να ρίχνει ο Θεός με το τουλούμι και να πέσει και η ορατότητα μας ... » ... σκέφτηκα και μέχρι να κάνω δυό βήματα οι κρουνοί του ουρανού άνοιξαν , αφήνοντας τους χείμαρρους που βάσταγαν τα σύννεφα να ενωθούν με τον ωκεανό . Η βροχή δαρμένη από τον άνεμο έμοιαζε να πετάει σε οριζόντια πτήση , ανακατευόταν με τους αλμυρούς αφρούς στις κορυφές των κυμάτων , μαστιγόνοντας κατά ριπές με βία όλο το καράβι .
Μπήκα στο τσάρτρουμ και έβαλα στα γρήγορα ένα στίγμα ... οι άλλοι έμειναν έξω ...
* * *
Κέρινο φως …
Χανόταν τ` άλμπουρο της πλώρης στους αφρούς
στο μένος του καιρού και την αντάρα ,
η οργισμένη φύση όλα τ` άλλαζε
τα εξομοίωνε και τα `κανε κατάρα .
Φωνή καμπάνας κάτι προσπαθεί να πει …
μοιάζει απόκρημνου χωριού κωδωνοστάσι ,
ποιός ξέρει άραγε μετά τι θα συμβεί ,
κι αν η καρδιά μου να ραγίσει θα προφθάσει .
Μετράς τις ώρες σου στυγνά , σαδιστικά ,
στου χρονομέτρου την αφόρητη ανία ,
στεκέται δίπλα σου όποτε την ζητάς ,
όνομα λατρευτό , μάνα και Ουρανία .
Φως αχνοκέρινο , θανάτου κουρνιαχτός ,
στίγμα στεκάμενο στον ξεφτισμένο χάρτη ,
ξάγρυπνα μάτια , φοβισμένα βλέμματα
και μέσα σ` όλα ένας ψίθυρος πως θάρθει .
Ένα σημάδι του καιρού , μια αλλαγή …
κάτι να δείξει πως το αύριο θα φθάσει ,
μες το μυαλό μου μια φωνή ψυθιριστή …
« είσαι και συ ένα κομμάτι από την πλάση … »
Άκουγα κάποιους να σε λένε φόνισσα ,
κι άλλους παράμερα έβλεπα να σαστίζουν ,
είδα να σε ξορκίζουν χίλια στόματα ,
χείλη που σε υμνούσαν , τώρα βρίζουν .
Αλάργα το θηρίο σαν ξεστράτισε
και φώτισε τον ουρανό η μέρα ,
βγήκα σοφράνο στο κατάστρωμα μισός
μα η ψυχή μου `πόμεινε νεκρή στη ξέρα .
* * *
Όταν ζεις με φαντάσματα , ξάχνεις πάντοτε εκείνη τη αλήθεια που θα σε λυτρώσει ...
Αλήθεια , πόσα καλοκαίρια πέρασαν , θυμάσαι άραγε ;
Κάπου στη Μεσόγειο , ταξιδεύοντας προς το Μπραζίλι , 10 Ιουλίου 2007
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά