Η εικόνα της σμίλη
που στον εγκέφαλό του
έδωσε το σχήμα
της μορφής της.
Με τον ίδιο τρόπο
τα λόγια της
λάξευσαν την σκέψη του.
Μεταμορφώθηκε στο σχήμα
ευάλωτου εκτεθειμένου,
κατάσταση συνηθισμένη
όταν ερωτευόταν.
Έτσι, με την σειρά του,
έγλειψε στην ατμόσφαιρα
του δωματίου του
την έκφραση των ματιών της.
Στάθηκε στο παράθυρο
κοιτάζοντας έξω,
χωρίς να βλέπει.
Όλη η πλάση φορούσε
το άρωμά της.
Την σκεφτόταν στο σπίτι της
ξαπλωμένη κάτω στο χαλί
να διαβάζει, μέσα σε εκείνο
το δωμάτιο που θύμιζε
μπουντουάρ
με το ξύλινο σκαλιστό κρεβάτι,
το μεταξωτό παραβάν,
τους πίνακες στους τοίχους.
Παράξενο. Όλοι οι πίνακες
απεικόνιζαν γυναίκες.
Λάθος. Πάντα μία γυναίκα.
Την ίδια. Βέβαια δεν ξεχώριζε.
Ο αγαπημένος του,
την έδειχνε ημίγυμνη
με το νεγκλιζέ να της καλύπτει
μόνο το ένα στήθος.
Το κεφάλι της στο πλά'ι',
τα μάτια χαμηλωμένα,
ένα ανεπαίσθητο
χαμόγελο στα χείλια της,
φαινόταν σαν έτοιμη να στραφεί
να καλύψει την γύμνια της,
να γυρίσει προς το μέρος του
πειραχτικά να τον χα'ι'δέψει,
πριν κάτσει στα γόνατά του.
Για να μην αποδιοργανωθεί
πλήρως, κοίταξε προσεκτικά
τον δικό του λιτό χώρο.
Μάταιο.
Μετέφερε το χαμόγελό της
κάτω από την ντουζιέρα,
λούστηκε με τα χέρια της
σκουπίστηκε με τα μαλλιά της,
ντύθηκε την αγρύπνια της,
αρωματίστηκε την μυρωδία της
που του έκαιγε τα ρουθούνια,
κούμπωσε την λαχτάρα του
με τα λευκόχρυσα μανικετόκουμπα
με τον όνυχα, που του είχε χαρίσει.
Ερωτεύτηκαν σιγά σιγά
προσεκτικά
σαν να ήταν γυάλινοι.
Όμως ερωτεύτηκαν ο καθένας
με κοινό αντίτιμο, ήτοι,
τον έρωτα του άλλου.
Τίποτα λιγότερο.
Παραμέρισαν πολλά.
Εκτός από την απόσταση.
Αυτήν την απόσταση,
φίδι φαρμακερό.
Πήρε τις αμαρυλλίδες
κόκκινες μοσχοβολημένες,
το μπουκάλι,
τα κλειδιά του αυτοκινήτου.
Ξεκλείδωσε την πόρτα του
συνοδηγού, νοερά την βοήθησε
να καθίσει, ενώ ο ίδιος
έδεσε την ζώνη πίσω από
το τιμόνι.
Διάβολε! ξέχασε να κλειδώσει
την πόρτα του διαμερίσματος του.
Αδιάφορο. Έπρεπε να ξεκινήσει
να φτάσει σώος, γρήγορα
ει δυνατόν νωρίτερα.
Μόνο σαρανταδύο ώρες
είχαν στην διάθεσή τους.
Δεν ήθελε να την αφήσει
να τον περιμένει. Εκείνος;
Μακριά της ένα τεράστιο
δάκρυ θολό,
έτοιμο να θρυμματιστεί.
Ενεργοποίησε το ραδιόφωνο,
Tuxedomoon, ανέβασε την ένταση,
...why the murders the rage
where the retainers of passion..
η φωνή του Blain Reininger
στο Jinx, Put out the trash,
τέρμα η ένταση
it´s a jinx, it´s a jinx
καθώς μπαίνει περισσότερο
στο μαγνητικό της πεδίο,
η έλλειψή της του γίνεται
αβάσταχτη, τα ανδρογόνα του
εκτονώνονται σε προσπεράσεις
it´s a jinx...
σαρκαστική απόγνωση,
κλάμα η φωνή
.... shake it off, shake it off
το γέλιο στο τέλος του τραγουδιού,
ανατριχιαστικά μακάβριο,
σχεδόν ανακουφιστικά
λυτρωτικό.
***
Η πόρτα της άνοιξε.
Το σχήμα που κουβαλάει
μέσα του πήρε μορφή,
έγινε απτό.
Τρέχοντας
σκαρφάλωσε στην αγκαλιά του,
τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω
από τον λαιμό του,
πώς να προστατέψει
τον εαυτό του
αφού την αγαπάει;
Το μαχαίρι που έπεσε
από τα χέρια της,
καρφώθηκε στο πάτωμα.
Το αγνόησε. Άραγε
τί να σημαίνει
όταν οι ερωτευμένοι
ενώνουν τα χείλια τους;
"το δέρμα σου είναι
τόσο ζεστό" ψιθύρισε
πάνω στο στόμα της.
Ο πόθος του έσταζε.
Όπλισε το περίστροφο
και πυροβόλισε.
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά