ἀπὸ ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗ,  Παρ. 26 Ἰουλ, 2013 5:58 pm.


Εικόνα
Mὲ τὴν ἔναρξη τῆς νέας σπουδαστικῆς χρονιᾶς,
ἡ κα Χρύσα Ἀλεξοπούλου
θὰ διδάξει Ἕλληνες Λυρικοὺς Ποιητὲς,
στὸ Λαϊκὸ Πανεπιστήμιο.
Δὲν θὰ πάω ἀπροετοίμαστος. Ἐξοπλισμένος μὲ πρῶτες δοκιμαστικὲς μεταφράσεις μου θὰ πάω.
Πρώτη καταχώρηση ἐδῶ,  στὸ
Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.
καὶ στὴν Ποιητικὴ Γωνιὰ.

1ον.
  Ἀλκμὰν: Νυχτερινὴ γαλήνη.
εὕδουσι δ᾽ ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες
πρώονές τε καὶ χαράδραι
φῦλά τ᾽ ἑρπέτ᾽ ὅσα τρέφει μέλαινα γαῖα,
θῆρές τ᾽ ὀρεσκῷοι καὶ γένος μελισσᾶν
 καὶ κνώδαλ᾽ ἐν βένθεσσι πορφυρέας ἁλός·
εὕδουσι δ᾽ οἰωνῶν
φῦλα ταχυπτερύγων.
~~~~
Κοιμοῦνται οἱ βουνοκορφὲς, κοιμοῦνται τὰ φαράγγια,
σ' ὕπνον τ' ἀκρωτήρια, σ' ὕπνον πέσαν' κι' οἱ χαράδρες,
ὅλα στὴ γῆς τὴ σκοτεινὴ τὰ ἑρπετὰ κοιμοῦνται,
τ' ἀγρίμια τῶν βουνῶν, τῶν μελισσῶν τὰ γένη,
κι' αὐτὰ τὰ κήτη μές τῆς θάλασας τὰ βάθη·
τὰ πτηνὰ μὲ τὰ μεγάλα τους φτερὰ,
κι' αὐτὰ κοιμοῦνται.
μετ. Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
* * *
Ἐργαλεῖα μου γι' αὐτὴν τὴν ἐργασία:
* Βίκτωρος Δ. Κρητικοῦ - Μιλτιάδου Τσέλιου: Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοὶ (Ἐκλογὲς),
γιὰ τὴν Γ΄Λυκείου, Ο.Ε.Δ.Β, Ἀθῆναι 1980.
* Π.Χ. Δορμπαράκη, Γυμνασιάρχου: Ἐπίτομον Λεξικὸν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης,
Βιβλιοπωλεῖον τῆς "Ἑστίας".
* Π. Ἀναμίτη: Λεξικὸν, ἑρμηνευτικὸν καὶ ὀρθογραφικὸν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης,
ἐκδόσεις Νικοδῆμος, Ἀθῆναι.
* ΠΡΩΪΑΣ, Σύγχρονον ὀρθογραφικὸν, ἑρμηνευτικὸν Λεξικὸν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης,
Βραβεῖον Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν.
* Anatole Bailly: Dictionnaire grec-français, Hachette, Paris.

Εικόνα

Προβολές: 1720

Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 24 Αύγουστος 2013 στις 17:15

ἀπὸ ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗ,  Σάβ. 24 Αὐγ. 2013  17:15 pm

Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοὶ.
26ον.
Σόλων, Ὁ σκοπὸς τῆς Νομοθεσίας του.
Ἐγὼ δὲ, τῶν μὲν οὕνεκα ξυνήγαγον
δῆμον, τί τούτων πρὶν τυχεῖν ἐπαυσάμην;
συμμαρτυροίη ταῦτ᾽ ἂν ἐν δίκῃ χρόνου
μήτηρ μεγίστη δαιμόνων Ὀλυμπίων
ἄριστα, Γῆ μέλαινα (*), τῆς ἐγώ ποτε
ὅρους (**) ἀνεῖλον (**) πολλαχῇ πεπηγότας·
πρόσθεν δὲ δουλεύουσα νῦν ἐλευθέρα·
πολλοὺς δ᾽ Ἀθήνας πατρίδ᾽ εἰς θεόκτιτον (***)
ἀνήγαγον πραθέντας, ἄλλον ἐκδίκως,
ἄλλον δικαίως, τοὺς δ᾽ ἀναγκαίης ὕπο
χρειοῦς φυγόντας, γλῶσσαν οὐκέτ᾽ Ἀττικὴν
ἱέντας, ὡς ἄν πολλαχῇ πλανωμένους·
τοὺς δ᾽ ἐνθάδ᾽ αὐτοῦ δουλίην ἀεικέα
ἔχοντας, ἤθη δεσποτῶν τρομευμένους,
ἐλευθέρους ἔθηκα. ταῦτα μὲν κράτει
νόμου, βίην τε καὶ δίκην ξυναρμόσας,
ἔρεξα καὶ διῆλθον, ὡς ὑπεσχόμην.
θεσμοὺς δ᾽ ὁμοίως τῷ κακῷ τε κἀγαθῷ,
εὐθεῖαν εἰς ἕκαστον ἁρμόσας δίκην,
ἔγραψα. κέντρον δ᾽ ἄλλος ὡς ἐγὼ λαβών,
κακοφραδής τε καὶ φιλοκτήμων ἀνήρ,
οὐκ ἂν κατέσχε δῆμον· εἰ γὰρ ἤθελον
ἃ τοῖς ἐναντίοισιν ἥνδανεν τότε,
αὖθις δ᾽ ἃ τοῖσιν οὕτεροι φρασαίατο,
πολλῶν ἂν ἀνδρῶν ἥδ᾽ ἐχηρώθη πόλις.
τῶν οὕνεκ᾽ ἀλκὴν πάντοθεν ποιεύμενος
ὡς ἐν κυσὶν πολλῇσιν ἐστράφην λύκος.
~~~~
Ἐγὼ πάλι, σὰν τὶ ἐγκατέλειψα, πρὶν τὸ ἐπιτύχω,
ἀπ' ὅσα γιὰ τὰ ὁποῖα συγκάλεσα τὸν δῆμο;
Ἀδιάψευστος μάρτυράς μου, στοῦ χρόνου τὸ δικαστήριο,
ἄς εἶναι ἡ μεγάλη μητέρα τῶν Ὀλυμπίων θεῶν
ἡ σκοτεινὴ Γῆ· ἀπὸ πάνω της ἀφαίρεσα ἐγὼ
τὰ σημάδια τῶν ὁρίων, ποὺ μὲ πολλοὺς τρόπους
εἶχαν καρφωθεῖ παντοῦ·
τότε ἦταν δούλη, τώρα ἐλεύθερη·
πολλοὺς τοὺς εἶχαν πουλήσει, ἄλλους ἀδίκως,
ἄλλους δικαίως, κάποιους ποὺ ἡ ἀδυσώπητη ἀνάγκη
ἐξόρισε, τοὺς ἔφερα πίσω, στὴν θεόκτιστη πατρίδα,
τὴν Ἀθήνα, κι' ἄς μὴ μιλοῦσαν πιὰ τὴν ἀττικὴ λαλιὰ,
καθὼς περιπλανιόνταν ἀπὸ τόπους σὲ τόπους·
ἐνῶ ἄλλους, ποὺ ζοῦσαν ἀπάνθρωπη δουλεία
ἐντὸς τῆς πόλεως, τρέμοντας στὶς αὐθερεσίες τῶν ἀφεντάδων,
τοὺς ἐλευθέρωσα. Κι' ἔπραξα αὐτὰ μὲν μὲ τὴν ἐξουσία
ποὺ μοῦ δόθηκε, συνδυάζοντας δὲ δύναμη καὶ δικαιοσύνη·
τήρησα δηλαδὴ ὅσα ὑποσχέθηκα.
Θέσπισα νόμους ἀμερόληπτους
γιὰ φτωχοὺς καὶ πλούσιους. Ἄν ὅμως τὸ βούκεντρο
τὄχε πάρει ἄλλος ἄντρας, ἰδιοτελὴς καὶ πλεονέκτης,
δὲν θὰ μποροῦσε τὸν δῆμο νὰ δαμάσει· διότι ἄν δεχόμουν
ὅσα θέλαν τότε οἱ ἀντίπαλοι
κι' ὅσα εἶχαν κατὰ νοῦ γι' αὐτοὺς οἱ ἄλλοι,
ἡ πόλις θἆχε θρηνήσει πολλοὺς ἄνδρες.
Γι' αὐτὸ μὲ σθένος ἀντιτάχτηκα στοὺς πάντες,
ἔκανα ὅπως ὁ λύκος σὲ μιὰν ἀγέλη σκύλων.
μετ.: Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
~~

(*) Γῆ, ἡ ἀττικὴ γῆ, μητέρα τῶν θεῶν, βλ. τὸν ὁμηρικὸν ὕμνον "Εἰς γῆν μητέρα πάντων" καὶ τὴν "Θεογονίαν" τοῦ Ἡσιόδου.
Ὁ μεταφραστὴς.
(**) ὅρος, ὅριο, σύνορο· πέτρινη στήλη στημένη στὰ ὑποθηκευμένα κτήματα· πάνω σ' αὐτὴ ἦταν γραμμένο τὸ ὄνομα τοῦ δα-
νειστῆ καὶ τὸ ποσὸ τοῦ χρέους. ἀνεῖλον, ὑπονοεῖται ἡ σεισάχθεια.
(***) Θεόκτιστη, ἀπὸ τὴν Ἀθηνᾶ καὶ τὸν Ποσειδώνα.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.


Εικόνα
* Noël Coypel/Νοὲλ Κουαπὲλ: Ὁ Σόλων ὑποστηρίζει τοὺς Νόμους του
ἐνώπιον τῶν Ἀθηναίων,
1699.
Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 6 Νοέμβριος 2013 στις 8:37
Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοὶ.
27ον.
~~
Εικόνα * Ἀπὸ τὸν ἀνατρεπτικὸ ἰαμβογράφο Ἀρχίλοχο στὸν λυρικὸ ἀφηγητὴ Βακχυλίδη.
Ἑρμηνευτική προσέγγιση στὴν ἀρχαϊκή λυρικὴ ποίηση. / Συγγραφέας: Χρύσα Ε. Ἀλεξοπούλου. / Ἐκδότης: Ἔννοια.

Τὸ μάθημα τῆς κας Ἀλεξοπούλου ἔχει ἀρχίσει μὲ ἐπιτυχία ὅπως τὴν φανταζόμουν καὶ τὴν περίμενα· καὶ πιὸ
πολὺ μάλιστα.
Ἀκολουθῶντας τὸ δικό της βιβλίο πλέον, ἐπανέρχομαι. Μὲ Ἀρχίλοχο.
Ὅ,τι ἄλλο, ἐκτὸς τῶν 3ου, 5ου, 17ου, ποὺ ἤδη ἔχω μεταφράσει ἀπὸ καιρό,
καὶ τῶν δύο μικρῶν κειμένων ποὺ ἀκολουθοῦν
καὶ ἡ μετάφρασίς τους εἶναι παρμένη ἀπὸ τὸ βιβλίο διδασκαλίας, τὸ ἑπόμενο καὶ ὅλα τ' ἄλλα θὰ εἶναι σὲ με-
τάφραση δική μου πάλι, πάντα προτοῦ διδαχτοῦμε τὰ κείμενα αὐτά.

Ἡ φιλοφρόνησή μου γιὰ τὴν κα καθηγήτρια:
Ἔ, ναὶ, εἶναι ὡραῖο νὰ σοῦ σερβίρουν τόσο καλὰ μασημένη πνευματικὴ τροφή. Δὲν μπορῶ ὅλα μόνος μου.
~~
Ἀποσπάσματα:
1. εἰμί δ' ἐγὼ θεράπων μὲν Ἐνυαλόοιο ἄνακτος
καὶ Μουσέων ἐρατὸν δῶρον ἐπιστάμενος.
~~
Ἐγὼ εἶμαι ὑπηρέτης τοῦ Ἐνυάλιου τοῦ ἄρχοντα
ποὺ γνωρίζω (κατέχω) ὅμως καὶ τὸ ποθητὸ δῶρο τῶν Μουσῶν.

2. ἐν δορὶ μὲν μοι μᾶζα μεμαγμένη, ἐν δορὶ δ' οἶνος
Ἰσμαρικὸς· πίνω δ' ἐν δορὶ κεκλιμένος.
~~
Μὲ τὸ κοντάρι μου ἔχω τὸ ζυμωτὸ ψωμὶ, μὲ τὸ κοντάρι μου κρασὶ
ἰσμαρικὸ· καὶ στὸ κοντάρι μου ἀκουμπισμένος πίνω.
===============
Σημ.
* Ὁ Ἀρχίλοχος ἦταν νόθος γυιὸς δούλας, πολὺ φτωχὸς π' ἀναγκάστηκε νὰ πάει μισθοφόρος,
γιὰ νὰ κερδίζει τὸ ψωμί του, ἀλλὰ ὁμολογεῖ πὼς γνωρίζει τὴν Τέχνη τῆς Ποιήσεως.
* Ἰσμαρικὸ κρασὶ ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Θράκης Ἴσμαρος.
(Ἰ.Λ.Σκ.)

===============
ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται, ἥν παρὰ θάμβῳ,
ἔντος ἀμώμητον, κάλλιπον οὐκ ἐθέλων·
αὐτὸν δ' ἐξεσάωσα. τί μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη;
ἐρρέτω· ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω.
~~
Ὅσο γιὰ τὴν ἀσπίδα, κάποιος Σάιος* θὰ τὴν χαίρεται, ἀφοῦ τὴν ἄφησα στοὺς θάμνους,
τόσο τέλειο ὅπλο, ποὺ τὸ παράτησα χωρὶς νὰ θέλω,
γιὰ νὰ σωθῶ. Τὶ μὲ νοιάζει ἐκείν' ἡ ἀσπὶς;
κομμάτια νὰ γίνει· κάποιαν ἄλλη θὰ βρῶ καὶ καλλίτερη.
Μετ.:Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
(*) Σάιοι, πολεμικὸς λαὸς τῆς Θράκης, κατὰ τῶν ὁποίων πολέμησε ὁ ποιητής.
Ὁ Ἀρχίλοχος εἶναι ὁ πανανθρώπινος ποιητὴς
ποὺ ἔστρεψε τὸ βλέμμα τῆς Ἱστορίας ἀπὸ τοὺς ἥρωες
στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους.

Ἰ.Λ.Σκ.

Υ.Γ.
Προφανῶς ξαφνιάζει τώρα ἡ ἀναδημοσίευση (ἡ παληὰ ἐγγραφὴ πάει γιὰ ἀκύρωση) τοῦ παρόντος καὶ τοῦ
ἑπομένου μηνύματος. Τοῦτο ἐξηγεῖται.
Ἀνακάλυψα ἀβλεψίες μου τυπογραφικὲς!
Ἔ, νὰ τὰ ξαναλέμε;...Γέρος ἄνθρωπος εἶμαι, συγχωρέστε με.
Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 6 Νοέμβριος 2013 στις 8:38
Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοὶ.
28ον.
* * *
(Τὰ κείμενα ποὺ ἀκολουθοῦν εἶναι ἀκόμα ἀδίδακτα
καὶ πάντα θὰ προηγοῦμαι μεταφράζοντας ἐδῶ).

Ἀρχίλοχος:
Ἀδιαφορία γιὰ τὰ ἐγκόσμια.
Οὔ μοι τὰ Γύγεω* τοῦ πολυχρύσου μέλει,
οὐδ' εἷλέ πώ με ζῆλος, οὐδ' ἀγαίομαι
θεῶν ἔργα, μεγάλης δ' οὐκ ἐρέω τυραννίδος·
ἀπόπροθεν γάρ ἐστιν ὀφθαλμῶν ἐμῶν.
----
Τοῦ βαθύπλουτου Γύγου τ' ἀγαθὰ δὲν θαυμάζω,
οὔτε φθόνος μ' ἔπιασε ποτέ, οὔτε ἀγανακτῶ
μὲ τῶν θεῶν τὰ ἔργα, οὔτε μεγάλην ἐξουσία ποθῶ·
μακρὰν τῶν ὀφθαλμῶν μου αὐτὰ.
~~
Σημ.:
(*) Γύγης, βασιληὰς τῶν Λυδῶν ξακουστὸς γιὰ τὰ πλούτη του.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου. Χρησιμοποιῶ τὸ δικό μου, σχολικὸ βιβλίο.

* * *
Ἡ ξιπασιά.
Οὐ φιλέω μέγαν στρατηγὸν οὐδὲ διαπεπλιγμένον
οὐδὲ βοστρύχοισι γαῦρον οὐδ' ὑπεξυρημένον*,
ἀλλά μοι σμικρός τις εἴη καὶ περὶ κνήμας ἰδεῖν
ῥοικός, ἀσφαλέως βεβηκὼς ποσσί, καρδίης πλέως.
----
Δὲν θέλω μεγαλόπρεπον στρατηγὸν καὶ ὑπερόπτην,
οὔτε νὰ ξιπάζεται βοστρυχωτὸς καὶ νὰ μισοξυρίζει τὸ γένι του
φιλάρεσκα, ἀλλὰ, γιὰ μένα, ἄς εἶναι καὶ κοντὸς ἤ στραβοκάνης,
φτάνει νὰ τὸ λέει ἡ καρδιά του.
~~
Σημ.:
ὑποξηράομαι, μισοξυρίζομαι· οἱ σχετικὰ νέοι πολεμιστὲς ἄφηναν γένι, γὰ νὰ φαίνονται ἀγριότεροι.
* Τὸ ποίημα εἶναι τροχαϊκὸ. Τὸ μέτρο τοῦτο ἦταν σὲ χρήση πρὶν ἀπὸ τὸν Ἀρχίλοχο σὲ τραγούδια τοῦ
λαοῦ, ὁ Ἀρχ. ὅμως πρῶτος τὸ ἔβαλε στὴν ἔντεχνη ποίηση· κυρίως τὸ μεταχειρίστηκε στὰ περιπαιχτι-
κὰ καὶ συμποσιακὰ τραγούδια.
Τὸ χρησιμοποίησε καὶ ὁ Σόλωνας.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.

* * *
Ὅλα ἔρχονται ἀπὸ τοὺς θεούς.
Τοῖς θεοῖς τίθει/τιθεῖο τὰ πάντα· πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν
ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνῃ κειμένους χθονί,
πολλάκισ δ' ἀνατρέπουσι καὶ μάλ' εὖ βεβηκότας
ὑπτίους κλινουσ'· ἔπειτα πολλὰ γίγνεται κακὰ
καὶ βίου χρήμῃ πλανᾶται* καὶ νόου παρήορος**.
----
Ἄφησέ τα ὅλα στοὺς θεούς· πολλὲς φορὲς ἀπ' τὰ δεινὰ
τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ χάμω τὸν ἀνορθώνουν,
κι' ἄλλες φορὲς τὸν ἀφανίζουν· κι' ἐνῶ στὰ πόδια του γερὰ πατάει,
τὸν ρίχνουν ἀνάσκελα· πολλὰ κακὰ συμβαίνουν
κι' ἀπὸ ἔνδεια ὁ ἄνθρωπος τριγυρνᾶ μὲ τὸν νοῦ σαλεμένο.
~~
Σημ.:
(*) βίου χρήμῃ πλανᾶται· ὁ ποιητὴς ὑποδηλώνει τὶς δικές του περιπλανήσεις, τὶς γεμάτες ἀπὸ στερήσεις.
(**) παρήορος, ὁ χαλαρωμένος νοῦς (γιὰ ἄνθρωπο τοὺ τά 'χει χαμένα ἀπὸ τὶς δυστυχίες.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.
Μετάφραση: Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.


Zoom in (real dimensions: 322 x 640)Εικόνα * Ἀρχίλοχος ὁ Πάριος, (π. 680 π.Χ. - 630 π.Χ.).
Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 20 Νοέμβριος 2013 στις 17:49

ἀπὸ ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ,  Τετ.  20 Νοεμ. 2013 17:49 am

Συνεχίζοντας τὴν σπουδὴ μὲ θέμα
Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοί
ἐρχόμαστε στὸν Σόλωνα.
Ἤδη ἐδῶ ἔχουν προηγηθεῖ:
16ον, Ὑποθῆκες στοὺς Ἀθηναίους,
καὶ
26ον, Σκοπὸς τῆς νομοθεσίας του.

~~~~
29ον.

Εικόνα
Σόλων: Ὑποθῆκες στὸν ἑαυτό του.
Στίχοι 1 - 32.
Μνημοσύνης1 καὶ Ζηνὸς Ὀλυμπίου ἀγλαὰ τέκνα,
Μοῦσαι2 Πιερίδες, κλῦτέ μοι εὐχομένῳ·
ὄλβον μοι πρὸς θεῶν μακάρων δότε καὶ πρὸς ἁπάντων
ἀνθρώπων αἰεὶ δόξαν ἔχειν ἀγαθήν·
εἶναι δὲ γλυκὺν3 ὧδε φίλοισ', ἐχθροῖσι δὲ πικρόν,
τοῖσι μὲν αἰδοῖον, τοῖσι δὲ δεινὸν ἰδεῖν.

χρήματα δ᾽ ἱμείρω μὲν ἔχειν, ἀδίκως δὲ πεπᾶσθαι
οὐκ ἐθέλω· πάντως ὕστερον ἦλθε δίκη.
πλοῦτον δ᾽ ὃν μὲν δῶσι θεοί, παραγίγνεται ἀνδρὶ
ἔμπεδος ἐκ νεάτου πυθμένος ἐς κορυφήν·
ὃν δ᾽ ἄνδρες μετίωσιν* ὑφ᾽ ὕβριος, οὐ κατὰ κόσμον
ἔρχεται, ἀλλ᾽ ἀδίκοισ' ἔργμασι πειθόμενος
οὐκ ἐθέλων ἕπεται, ταχέως δ᾽ ἀναμίσγεται ἄτη·
ἀρχὴ** δ᾽ ἐξ ὀλίγου*** γίγνεται ὥστε πυρός,
φλαύρη μὲν τὸ πρῶτον, ἀνιηρὴ δὲ τελευτᾷ·
οὐ γὰρ δὴν θνητοῖσ' ὕβριος ἔργα πέλει·

ἀλλὰ Ζεὺς πάντων ἐφορᾷ τέλος, ἐξαπίνης δὲ
ὥστ᾽ ἄνεμος νεφέλας αἶψα διεσκέδασεν
ἠρινός, ὃς πόντου πολυκύμονος ἀτρυγέτοιο
πυθμένα κινήσας, γῆν κάτα πυροφόρον
δῃώσας καλὰ ἔργα, θεῶν ἕδος αἰπὺν ἱκάνει
οὐρανόν, αἰθρίην δ᾽ αὖτις ἔθηκεν ἰδεῖν·
λάμπει δ᾽ ἠελίοιο μένος κατὰ πίονα γαῖαν
καλόν, ἀτὰρ νεφέων οὐδ᾽ ἓν ἔτ᾽ ἐστὶν ἰδεῖν·
τοιαύτη Ζηνὸς πέλεται τίσις, οὐδ᾽ ἐφ᾽ ἑκάστῳ,
ὥσπερ θνητὸς ἀνὴρ, γίγνεται ὀξύχολος·
αἰεὶ δ᾽ οὔ ἑ λέληθε διαμπερές4, ὅστις ἀλιτρὸν
θυμὸν ἔχει, πάντως δ᾽ ἐς τέλος ἐξεφάνη·
ἀλλ᾽ ὅ**** μὲν αὐτίκ᾽ ἔτεισεν, ὅ**** δ᾽ ὕστερον· οἳ δὲ φύγωσιν
αὐτοί μηδὲ θεῶν μοῖρ᾽ ἐπιοῦσα κίχῃ,
ἤλυθε πάντως αὖτις· ἀναίτιοι ἔργα τίνουσιν,
ἢ παῖδες τούτων ἢ γένος ἐξοπίσω5.
~~~~
Λαμπρὰ παιδιὰ τῆς Μνημοσύνης καὶ τοῦ Ὀλυμπίου Διὸς,
Μοῦσες Πιερίδες, τὴν δέησή μου εἰσακοῦστε.
Πλούτη ἀπὸ τοὺς εὐδαίμονες θεοὺς δῶστε καὶ σ' ἐμένα· κι' ἀπ' ὅλους
τοὺς ἀνθρώπους ὑπόληψη ἀγαθὴ χαρίσετέ μου·
γλυκὺς γιὰ φίλους, πικρὸς νὰ εἶμαι γιὰ ἐχθρούς,
ἐτοῦτοι νὰ μὲ σέβονται κι' οἱ ἄλλοι νὰ φοβοῦνται νὰ μὲ δοῦν.

Χρήματα νά 'χω μὲν ὀρέγομαι, νὰ τὰ σφετερίζομαι ὅμως
δὲν ἐπιθυμῶ· γιατὶ ὁπωσδήποτε θά 'ρθει καιρὸς δικαιοσύνης.
Τὰ πλούτη ποὺ μᾶς δίνουν οἱ θεοὶ, στὸν ἄνθρωπο παραμένουν
σταθερὰ κι' ἐξ ὁλοκλήρου· μὰ, ὅ,τι μ' αὐθάδη τρόπο κυνηγᾶ,
σὲ καλὸ δὲν βγαίνει, ἀλλὰ, ἀποκτημένο μὲ βία, δὲν μέλλει
νὰ σταθεῖ ἐκεῖ, καὶ γρήγορα ξεσπάει κάποια συμφορά·
σὰν μικρὴ σπίθα ξεκινᾶ καὶ γίνεται πυρὰ,
κάτι λίγο στὴν ἀρχη, καταστροφὴ στὸ τέλος.
Γιατὶ, τ' ἄδικο κέρδος δὲν διαρκεῖ·

γιὰ τὰ πάντα ὁ Ζεὺς ἐπαγρυπνεῖ· ὁλοάξαφνα, σὰν π' ἀνοιξιάτικος ἄνεμος
τὰ σύννεφα σκορπᾶ, ἀπ' τὸν βυθὸ τῆς θάλασσας τὰ κύματα
τραντάζει, στὴν γῆ τὴν καλὴ σοδειὰ χαλνᾶ,
φτάνοντας ὥς τῶν θεῶν τὰ δώματα, ἐνῶ ἄλλοτε ποὺ βλέπουμε ξαστεριὰ,
τὸν ἥλιο νὰ λάμπει στῆς γῆς τὰ πέρατα, χωρὶς νέφη πιὰ στὸν οὐρανό·
τέτοια εἶναι κι' ἡ τιμωρία τοῦ Δία γιὰ κάθε ἔργο κακό,
ὁ θυμός του δὲν κρατιέται, σὰν τοῦ καθενὸς θνητοῦ·
κανεὶς ἄδικος δὲν τοῦ γλυτώνει, πάντα τ' ἄδικο ἐκεῖνος θὰ τὸ δεῖ στὸ τέλος·
ἄλλος κατ' εὐθείαν ἄλλος ἀργότερα πληρώνει· κι' ἄν κάποιοι ξεφύγουν
καὶ τῶν θεῶν δὲν τοὺς βρεῖ ὀργὴ τώρα καμιά,
πάντως θά 'ρθει ἡ σειρά της κάποτε· οἱ ἀθῶοι, ἤ τὰ παιδιά τους
ἤ ἄλλοι τους ἀπόγονοι τὸ πληρώνουν.
Μετ.: Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
====
Ἡ ἀντιγραφὴ τῶν κειμένων γίνεται πάντοτε λέξη πρὸς λέξη, γιὰ τὸν ἔλεγχο.
Μὴν πάει κανεὶς νοῦς σὲ Ἀντιγραφὴ/Ἐπικόλληση.
Οἱ μεταφράσεις δὲν εἶναι φιλολογικὲς ἀλλὰ λογοτεχνικὲς, κατὰ τὸ δοκοῦν.
Καμίαν ἄλλη μετάφραση δὲν συμβουλεύομαι.
Ὁ ἔλεγχος γίνεται ἐκ τῶν ὑστέρων, μὲ φιλολογικὴ προσέγγιση, στὸ Μάθημα,
ὅπου πάντοτε πηγαίνω ἐξοπλισμένος καὶ ἕτοιμος.
Εὐχαριστῶ.
~~
Στὸν κατάλογο απ. 13 West:
(*) τιμῶσιν.
(**) ἀρχῆς.
(***) ὀλίγης.
(****) ὁ.
Ἰ.Λ.Σκ.
==
1. Μνημοσύνη: θεὰ τῆς μνήμης, μητέρα τῶν Μουσῶν.
2. Πιερίδες: ὀνόμαζαν ἔτσι τὶς Μοῦσες στὴν Πιερία.
3. Ἀντίληψη τῆς ἐποχῆς: νὰ εἶναι κανεὶς καλὸς πρὸς τοὺς φίλους, κακὸς πρὸς τοὺς ἐχθρούς.
4. αἰεὶ δ᾽ οὔ ἑ λέληθε διαμπερές: κι' ἐμεῖς λέμε: "Ὁ Θεὸς ἀργεῖ, ἀλλὰ δὲν λησμονεῖ".
5. ἀναίτιοι ἔργα τίνουσιν,
ἢ παῖδες τούτων ἢ γένος ἐξοπίσω
: δηλαδὴ "ἁμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα".
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.
Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 20 Νοέμβριος 2013 στις 17:56

6 ὧρες ἐντατικῆς δουλειᾶς. Δὲν ξέρω τὶ...πληκτρογραφικὰ  σφάλματα ἴσως μοῦ ξέφυγαν, νὰ μοῦ τὰ πεῖτε.

Τὸ ὅλο κείμενο εἶναι κατὰ πολὺ μεγαλύτερο ἀλλὰ μεταφράζω ὅ,τι περιέχεται στὸ βιβλίο ποὺ διαθέτω.

Ἄν στὸ Μάθημα μᾶς δοθεῖ καὶ τὸ κείμενο τῆς συνέχειας (ἀπὸ ἄλλο εἴπαμε βιβλίο),  θὰ προλάβω πάλι νὰ ἐπανέλθω, προτοῦ κι' ἐκεῖνο διδαχθῆ.

Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 4 Δεκέμβριος 2013 στις 10:02

Μία ἐξέχουσα παρένθεσις.
Ὡς γνωστὸν, μεταφράζω Ἀρχαίους Ἕλληνες Λυρικοὺς
ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Βίκτωρος Δ. Κρητικοῦ - Μιλτιάδου Τσέλιου,
γιὰ τὴν Γ΄Λυκείου, 1980.
Στὸ 29ον,
ἔδωσα τοὺς στίχους 1 -32 ἀπὸ τὶς Ὑποθῆκες στὸν ἑαυτό του, τοῦ Σόλωνος.
~~
Στὸ μάθημα τῆς κας Χρύσας Ε. Ἀλεξοπούλου, ποὺ γίνεται ἀπὸ τὸ βιβλίο της:
"Ἀπὸ τὸν ἀνατρεπτικὸ ἰαμβογράφο Ἀρχίλοχο στὸν λυρικὸ ἀφηγητὴ Βακχυλίδη"
ὑπάρχει καὶ τὸ ὑπόλοιπο αὐτῆς τῆς μοναδικῆς πλήρους ἐλεγείας τοῦ Σόλωνος
ποὺ ἔφθασε ὥς ἐμᾶς καὶ τὴν ὁποία δὲν ἔχει τὸ βιβλίο ποὺ διαθέτω.
Ἔτσι,
δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ παραλείψω κάτι τόσο πολύτιμο.
Μόνο ποὺ - νὰ ἡ ἐξέχουσα παρένθεσις - ἡ μετάφρασις θὰ εἶναι τῆς ἰδίας ἐκλε-
κτῆς καὶ, ἀπὸ μάθημα σὲ μάθημα, ὅλο καὶ πιὸ ἀγαπητῆς κας καθηγητρίας.
~~
30ον
Σόλωνος: Ὑποθῆκες στὸν ἑαυτό του.
Συνέχεια, στίχοι 33 - 76.
====
θνητοὶ δ᾽ ὧδε νοέομεν ὁμῶς ἀγαθός τε κακός τε,
εὖ ῥεῖν ἣν αὐτὸς δόξαν ἕκαστος ἔχει,
πρίν τι παθεῖν· τότε δ᾽ αὖτις ὀδύρεται· ἄχρι δὲ τούτου
χάσκοντες κούφαις ἐλπίσι τερπόμεθα.
χὤστις μὲν νούσοισιν ὑπ᾽ ἀργαλέῃσι πιεσθῇ,
ὡς ὑγιὴς ἔσται, τοῦτο κατεφράσατο·
ἄλλος δειλὸς ἐὼν ἀγαθὸς δοκεῖ ἔμμεναι ἀνήρ,
καὶ καλὸς μορφὴν οὐ χαρίεσσαν ἔχων·
εἰ δέ τις ἀχρήμων, πενίης δέ μιν ἔργα βιᾶται,
κτήσασθαι πάντως χρήματα πολλὰ δοκεῖ.
σπεύδει δ᾽ ἄλλοθεν ἄλλος· ὁ μὲν κατὰ πόντον ἀλᾶται
ἐν νηυσὶν χρῄζων οἴκαδε κέρδος ἄγειν
ἰχθυόεντ᾽ ἀνέμοισι φορεόμενος ἀργαλέοισιν,
φειδωλὴν ψυχῆς οὐδεμίαν θέμενος·
ἄλλος γῆν τέμνων πολυδένδρεον εἰς ἐνιαυτὸν
λατρεύει, τοῖσιν καμπύλ᾽ ἄροτρα μέλει·
ἄλλος Ἀθηναίης τε καὶ Ἡφαίστου πολυτέχνεω
ἔργα δαείς χειροῖν ξυλλέγεται βίοτον,
ἄλλος Ὀλυμπιάδων Μουσέων πάρα δῶρα διδαχθείς,
ἱμερτῆς σοφίης μέτρον ἐπιστάμενος·
ἄλλον μάντιν ἔθηκεν ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων,
ἔγνω δ᾽ ἀνδρὶ κακὸν τηλόθεν ἐρχόμενον,
ᾧ συνομαρτήσωσι θεοί· τὰ δὲ μόρσιμα πάντως
οὔτε τις οἰωνὸς ῥύσεται οὔθ᾽ ἱερά·
ἄλλοι Παιῶνος πολυφαρμάκου ἔργον ἔχοντες
ἰητροί· καὶ τοῖς οὐδὲν ἔπεστι τέλος·
πολλάκις δ᾽ ἐξ ὀλίγης ὀδύνης μέγα γίγνεται ἄλγος,
κοὐκ ἄν τις λύσαιτ᾽ ἤπια φάρμακα δούς·
τὸν δὲ κακαῖς νούσοισι κυκώμενον ἀργαλέαις τε
ἁψάμενος χειροῖν αἶψα τίθησ᾽ ὑγιῆ.
Μοῖρα δέ τοι θνητοῖσι κακὸν φέρει ἠδὲ καὶ ἐσθλόν,
δῶρα δ᾽ ἄφυκτα θεῶν γίγνεται ἀθανάτων.
πᾶσι δέ τοι κίνδυνος ἐπ᾽ ἔργμασιν, οὐδέ τις οἶδεν
πῇ μέλλει σχήσειν χρήματος ἀρχομένου·
ἀλλ᾽ ὁ μὲν εὖ ἔρδειν πειρώμενος οὐ προνοήσας
ἐς μεγάλην ἄτην καὶ χαλεπὴν ἔπεσεν,
τῷ δὲ κακῶς ἔρδοντι θεὸς περὶ πάντα δίδωσιν
συντυχίην ἀγαθήν, ἔκλυσιν ἀφροσύνης.
πλούτου δ᾽ οὐδὲν τέρμα πεφασμένον ἀνδράσι κεῖται·
οἳ γὰρ νῦν ἡμέων πλεῖστον ἔχουσι βίον,
διπλάσιον σπεύδουσι· τίς ἂν κορέσειεν ἅπαντας;
κέρδεά τοι θνητοῖς ὤπασαν ἀθάνατοι,
ἄτη δ᾽ ἐξ αὐτῶν ἀναφαίνεται, ἣν ὁπότε Ζεὺς
πέμψῃ τεισομένην, ἄλλοτε ἄλλος ἔχει.
Πιστὴ ἀντιγραφὴ Ἰ.Λ.Σκ.
~~~~
Οἱ θνητοὶ ἔτσι σκεφτόμαστε καὶ ὁ καλὸς καὶ ὁ κακὸς τὸ ἴδιο,
ὅτι θὰ γίνει ἡ σκέψη ποὺ ὁ καθένας ἔχει,
πρὶν πάθει κάτι· κι ὅταν πάθει, τότε πάλι ὀδύρεται· καὶ μέχρι τότε,
χάσκοντας μὲ κούφιες ἐλπίδες, χαιρόμαστε·
κι ὅποιος χτυπηθεῖ ἀπὸ βαριὲς ἀρρώστιες,
πῶς θὰ γίνει ὑγιής, σκέπτεται·
κι ὁ ἄλλος ὁ δειλὸς νομίζει ὅτι εἶναι γενναῖος,
κι ὁ ἄσχημος ὅτι εἶναι ὄμορφος·
καὶ ἄν κάποιος εἶναι φτωχὸς καὶ βασανίζεται ἀπὸ τὰ δεινὰ τῆς φτώχειας,
νομίζει ὅτι ὁπωσδήποτε θὰ ἀποκτήσει χρήματα πολλά·
καὶ ὁ καθένας ἀπ' ἀλλοῦ προσπαθεῖ· ἄλλος πλανιέται
στὴν ἰχθυόεσσα θάλασσα μέσα στὰ πλοῖα, γιὰ νὰ κερδίσει χρήματα
καὶ δέρνεται ἀπὸ τοὺς ἄγριους ἀνέμους,
χωρὶς νὰ λυπᾶται γιὰ τὴ ζωή του·
ἄλλος καλλιεργώντας τὴν πολύδεντρη γῆ ὅλο τὸν χρόνο
δουλεύει, καὶ μόνο σκέφτεται τὰ καμπύλα ἄροτρα·
ἄλλος μαθαίνοντας τῆς Ἀθηνᾶς καὶ τοῦ πολύτεχνου τοῦ Ἥφαιστου
τὰ ἔργα μαζεύει περιουσία,
ἄλλον ὁ εὔστοχος ὁ βασιλιὰς Ἀπόλλων τὸν ἔκανε μάντη
καὶ γνωρίζει τὸ κακὸ ποὺ ἔρχεται στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ μακριά
καὶ αὐτὸν τὸν συντροφεύουν οἱ θεοί· πάντως ὅσα ἔρχονται ἀπὸ τὴν
Μοῖρα οὔτε κανένας οἰωνὸς οὔτε τὰ ἱερὰ θὰ τὰ ἐμποδίσουν·
ἄλλοι κατέχουν τὸ ἔργο τοῦ Παιῶνος μὲ τὰ πολλὰ τὰ φάρμακα,
οἱ γιατροί· κι αὐτοὶ κανένα ἀποτέλεσμα δὲν ξέρουν·
πολλὲς φορὲς μάλλιστα ἀπὸ μικρὸ πόνο γίνεται μεγάλο κακὸ
καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ θεραπεύσει δίνοντας φάρμακα
καταπραϋντικά· αὐτὸν δὲ ποὺ βασανίζεται ἀπὸ κακὲς καὶ σκληρὲς
ἀρρώστιες, ἀκουμπώντας μὲ τὰ χέρια του γρήγορα τὸν θεραπεύει·
ἡ Μοῖρα φέρνει στοὺς θνητοὺς τὸ κακὸ ἤ τὸ καλό,
δῶρα ἀναπόφευκτα τῶν ἀθανάτων θεῶν·
γιὰ ὅλους ὑπάρχει κίνδυνος ἀπὸ τὶς πράξεις καὶ κανεὶς δὲν ξέρει
ποῦ θὰ καταλήξει μιὰ ὑπόθεση ποὺ ἄρχισε·
ἀλλ' αὐτὸς ποὺ προσπαθεῖ νὰ εὐτυχήσει χωρὶς νὰ προνοήσει
σὲ μεγάλη καὶ δύσκολη συμφορὰ πέφτει,
ἐνῶ σ' αὐτὸν ποὺ δυστυχεῖ ὁ θεὸς τοῦ δίνει γιὰ ὅλα καλὴ τύχη,
τὴ λύτρωση ἀπὸ τὴν ἀφροσύνη.
Τοῦ πλούτου κανένα τέλος δὲν ὑπάρχει φανερὸ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους,
γιατὶ ὅσοι τώρα ἀπὸ μᾶς ἔχουν πολὺ πλοῦτο,
ἐπιδιώκουν τὸν διπλάσιο· ποιὸς θὰ τοὺς χόρταινε ὅλους;
Τὰ κέρδη στοὺς θνητοὺς βέβαια παρέχουν οἱ ἀθάνατοι,
κι ἀπ' αὐτὰ ἡ συμφορὰ ξεπηδᾶ, ποὺ ὅποτε ὁ Ζεὺς
τὴν στείλει, γιὰ νὰ τιμωρήσει, πότε στὸν ἕνα καὶ πότε στὸν ἄλλο πάει.
Μετάφραση:Χρύσα Ε. Ἀλεξοπούλου
Πιστὴ ἀντιγραφὴ Ἰ.Λ.Σκ.

Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 6 Δεκέμβριος 2013 στις 11:23
* Τὸ ὄφελος ἀπὸ τὴν ἀρετὴ εἶναι τόσο προφανὲς, ὥστε οἱ κακοὶ τὴν ἀσκοῦν ἀπὸ συμφέρον.
Marquis de Vauvenargues
* Εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι κανεὶς ἐνάρετος, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ ἰδιοτροπία.
Albert Camus

~~
Χθὲς, βρῆκα τυχαῖα καὶ ἀγόρασα μία μετάφρασή μου (πρὶν 45 χρόνια), ἡ τρίτη τῆς ζωῆς μου, στὰ 24 μου χρόνια, τοῦ Ἀλμπὲρ Καμὺ
καὶ τὴν πῆγα στὸν γυιό μου (ποὺ εἶναι 32 ἐτῶν) μὲ ἀφιέρωση.Ἐκεῖνος καμάρωνε κι' ἐγὼ, μοῦ εἶναι δύσκολο νὰ πῶ τὶ ἔνιωθα μπρο-
στὰ στὰ δυὸ γεννήματά μου.
Εἴπαμε διάφορα. Μεταξὺ ἄλλων ἔκανα μιὰ παρατήρηση: " ...Κοίταξε νὰ δεῖς: τὸ νὰ βγάλεις ἕνα δικό σου βιβλίο εἶναι πιὸ εὔκολο· ἤ
τὸ ἀναλαμβάνεις μόνος σου (πληρώνεις ὅλα τὰ ἔξοδα) ἤ σοῦ τὶ βγάζει ἕνας ἐκδότης, πάλι πληρώνοντας σιωπηρὰ τὰ ἔξοδα ἤ ἀποποι-
ούμενος κερδῶν κτλ καὶ ὑποκύπτοντας σὲ μιὰ σειρὰ ἀξιώσεις πάσης φύσεως κτλ.
Ὅμως νὰ σοῦ ἀναθέσουν μία μετάφραση εἶναι πολλαπλῶς δύσκολο, ὅταν μάλλιστα ἀκόμα σπουδάζεις (1968) καὶ ἀξιώνεις νὰ πληρω-
θεῖς στὸ ἀκέραιο γιὰ νὰ ζήσεις. Ὁ ἐκδότης δὲν πετάει τὰ λεφτά του. Κι' ἔπειτα ἔχεις νὰ κάνεις μ' ἕναν μέγιστο συγγραφέα κι' ὁ κόσμος
ἔχει ἀπαιτήσεις. Ἄσε ποὺ τὸ νὰ παλεύεις μὲ τὶς δύο γλῶσσες καὶ τὸν παλμό τους, σὲ καθημερινὴ βἀση, καὶ Χριστούγεννα καὶ Πάσχα,
καὶ ἄρρωστος καὶ στὰ καλά σου, 8 σελίδες, ὁπωσδήποτε, κάθε μέρα, νὰ συμπληρώνεις, στὸ τέλος, τὸ βασικὸ Λεξικό σου μὲ στυλὸ, μὲ
ἄλλες 20.000 λέξεις, ποὺ ἔψαξες, ἀλλοῦ κι' ἀλλοῦ, εἶναι ἕνα κάτεργο ἀρετῆς π' ὁδηγεῖ στὴν σοφία τῆς θλίψης ἀνάμειχτης μὲ δέος.
Δὲν ἔχω μετανιώσει ὅμως.
Ἴσα-ἴσα! Εὐτύχησα νὰ μπορῶ σήμερα νὰ μεταφράζω χωρὶς ἀμοιβὴ,
καὶ μάλιστα ἀρχαίους Ἕλληνες,
ἀφιερώνοντας τὸν κόπο μου καὶ τὸν καρπό μου, ὅπως ξέρεις ἐξ ἀρχῆς, πρῶτα σὲ σένα, Σπύρο, παιδί μου, καὶ μετὰ σ' ὅλον τὸν κόσμο
ποὺ θἄθελε νὰ μὲ διαβάσει καὶ νὰ τὸ ἐκτιμήσει.

~~
Εικόνα
~~
Ἁρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοί.
31ον
Τυρταῖος: Ὑποθήκη, 1.
τεθνάμεναι γὰρ καλὸν ἐνὶ προμάχοισι πεσόντα
ἄνδρ' ἀγαθὸν περὶ ᾗ πατρίδι μαρνάμενον,
τὴν δ' αὑτοῦ προλιπόντα πόλιν καὶ πίονας ἀγρούς
πτωχεύειν πάντων ἔστ’ ἀνιηρότατον,
πλαζόμενον σὺν μητρὶ φίλῃ καὶ πατρὶ γέροντι
παισί τε σὺν μικροῖς κουριδίῃ τ' ἀλόχῳ.
ἐχθρὸς μὲν γὰρ τοῖσι μετέσσεται, οὕς κεν ἵκηται
χρησμοσύνῃ τ' εἴκων καὶ στυγερῇ πενίῃ,
αἰσχύνει τε γένος, κατὰ δ’ ἀγλαὸν εἶδος ἐλέγχει,
πᾶσα δ’ ἀτιμίη καὶ κακότης ἕπεται.

εἰ δ’ οὕτως ἀνδρός τοι ἀλωμένου οὐδεμί' ὤρη
γίγνεται, οὔτ’ αἰδὼς οὔτ’ ὄπις οὔτ' ἔλεος,
θυμῷ γῆς πέρι τῆσδε μαχώμεθα καὶ περὶ παίδων
θνῄσκωμεν ψυχέων μηκέτι φειδόμενοι.

ὦ νέοι, ἀλλὰ μάχεσθε παρ’ ἀλλήλοισι μένοντες,
μηδὲ φυγῆς αἰσχρῆς ἄρχετε μηδὲ φόβου,
ἀλλὰ μέγαν ποιεῖσθε καὶ ἄλκιμον ἐν φρεσὶ θυμόν,
μηδὲ φιλοψυχεῖτ' ἀνδράσι μαρνάμενοι·
τοὺς δὲ παλαιοτέρους, ὧν οὐκέτι γούνατ' ἐλαφρά,
μὴ καταλείποντες φεύγετε, τοὺς γεραιούς.

αἰσχρὸν γὰρ δὴ τοῦτο μετὰ προμάχοισι πεσόντα
κεῖσθαι πρόσθε νέων ἄνδρα παλαιότερον
ἤδη λευκὸν ἔχοντα κάρη πολιόν τε γένειον
θυμὸν ἀποπνείοντ’ ἄλκιμον ἐν κονίῃ,
αἱματόεντ' αἰδοῖα φίλαις ἐν χερσὶν ἔχοντα
αἰσχρὰ τὰ γ' ὀφθαλμοῖς καὶ νεμεσητὸν ἰδεῖν,
*
καὶ χρόα γυμνοθέντα· νέοισι δὲ πάντ' ἐπέοικεν,
ὄφρ' ἐρατῆς ἥβης ἀγλαὸν ἄνθος ἔχῃ·
ἀνδράσι μὲν θηητὸς ἰδεῖν, ἐρατὸς δὲ γυναιξίν,
ζωὸς ἐών, καλὸς δ' ἐν προμάχοισι πεσών.

ἀλλά τις εὖ διαβὰς μενέτω ποσὶν ἀμφοτέροισιν
στηριχθεὶς ἐπὶ γῆς, χεῖλος ὁδοῦσι δακών**.
====
Ναὶ, ὡραῖο κι' ἔντιμο μαζὺ μὲ τοὺς προμάχους
ἕνας ἄντρας, νὰ πεθαίνει, γενναῖα μαχόμενος, γιὰ τὴν πατρίδα.
Ἄν ὅμως ἐγκαταλείψει καὶ χώρα καὶ εὔφορους ἀγροὺς,
ζητιανεύοντας, εἶν' ὅ,τι πιὸ ἀνίερο,
ἀφοῦ θὰ περιπλανιέται μὲ τὴν ἀγαπημένη μάννα καὶ τὸν γέρο πατέρα,
τοὺς μικροὺς γυιοὺς, τὶς θυγατέρες καὶ τὴ σύζυγό του
καὶ μισητὸς θὰ ζεῖ ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς ποὺ θὰ καταφύγει στὰ μέρη τους,
ὑπὸ τὸ βάρος τῆς στέρησης καὶ τῆς μισητῆς φτώχειας,
ντροπιάζοντας τὸ γένος κι' ἐξευτελίζοντας τὴν ὡραία μορφή του·
κάθε λογῆς περιφρόνησις καὶ δυστυχία ἀκολουθεῖ.

Ἄν δὲν χρωστοῦν σὲ κανέναν περιπλανώμενο καμιὰν φροντίδα,
οὔτε σεβασμὸ, οὔτε πρόνοια, μήτε ἔλεος,
τότε ἄς πολεμοῦμε θαρραλέα γιὰ τούτη τὴ γῆς καὶ τὰ τέκνα μας
κι' ἄς πεθαίνουμε χωρὶς νὰ λυπόμαστε διόλου τὴ ζωή μας.
Νέοι μου, πολεμᾶτε μένοντας ὁ ἕνας πλάι στὸν ἄλλον
καὶ μὴν σᾶς κυριεύει φευγιὸ αἰσχρό, οὔτε φόβος
ἀλλὰ μεγάλη ψυχὴ καὶ γενναία δείξετε μέσα σας,
μὴν τρέμετε γιὰ τὴ ζωή σας ὅσο μάχεστε τὸν ἐχθρό·
τὰ σεβάσμια γερόντια σας, ποὺ τὰ πόδια τους δὲν ἀντέχουν πιὰ,
μὴν τὰ ἐγκαταλείπετε τρεπόμενοι εἰς φυγήν.

Γιατὶ ντροπὴ εἶναι τοῦτο, ἕνας γέρος, πεσμένος ἀνάμεσα
σὲ προμάχους, νὰ κείτεται νεκρὸς πιὸ μπροστὰ ἀπὸ τοὺς νέους,
αὐτὸς, μὲ τ' ἄσπρα πιὰ μαλλιὰ, τὰ γκρίζα γένεια,
νὰ τοῦ φεύγ' ἡ γενναία ψυχὴ μὲς τὸν κουρνιαχτὸ,
βαστῶντας μὲ τὰ χέρια του τὰ ματωμένα αἰδοῖα του,
ὄνειδος κι' ἀγανάκτηση νὰ τὸ βλέπουν ἀνθρώπου μάτια,

μ' ὁλόγυμνο τὸ σῶμα· στοὺς νέους ὅμως τὰ πάντα ταιριάζουν,
καθώς τοὺς λαμπρύνει τῆς ποθητῆς νιότης τὸ εὐγενὲς ἄνθος·
ἕνας ἄντρας ἀξίζει θαυμασμὸ νὰ τὸν βλέπουν, εἶν' ἐράσμιος γιὰ τὶς γυναῖκες,
ἐνόσῳ ζεῖ, ὡραῖος ὅταν πέφτει μαζὺ μὲ τοὺς προμάχους.

Λοιπὸν, κάθε νέος, διασκελίζοντας καλὰ, ἄς μένει ἀκλόνητος
στηριγμένος στὰ δυό του πόδια, δαγκώνοντας τὰ χείλη.
Μετάφραση: Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
* * *
Σημειώσεις:
(*) Οἱ δύο αὐτοὶ στίχοι παραλείπονται ἀπὸ τὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια ἐξ...αἰδημοσύνης.
Δὲν θὰ τοὺς παρέλειπα ἐγὼ, γι' αὐτὸ καὶ σὲ διακριτὸ χρωματισμό.
Ἰ.Λ.Σκ.
(**) Στ. 29 - 30. Ε ἰ κ ό ν α τοῦ ἀποφασιστικοῦ μαχητῆ, ποὺ μὲ τὸ ἄνοιγμα τῶν ποδιῶν ἀποκτάει σταθερότερη βάση καὶ βάζει μεγαλύτερη δύναμη·
μὲ τὸ δάγκωμα τῶν χειλιῶν ἐκφράζει τὴν ἀλύγιστη θέλησή του καὶ τὴν καρτερικότητά του.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.


Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 7 Δεκέμβριος 2013 στις 7:15

Ἄχ! (ἀλλὰ μὲ πρόλαβες ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ - κι' εὐχαριστῶ... - καὶ δὲν τὸ ἀντικαθιστῶ πλῆρες ἀλλὰ...βάζω ἐσᾶς νὰ ἐννοήσετε διορθωμένα ), δύο δακτυλογραφικὰ λαθάκια, στὸ 31ο πάντα: ἤ σοῦ τὸ βγάζει ἕνας ἐκδότης...

καὶ: σὲ καθημερινὴ βάση...

Συγγνώμη.

Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 11 Δεκέμβριος 2013 στις 18:27
Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοί.

Εικόνα
32ον.
Τυρταῖος: Ὑποθήκη, 2.
Oὔτ᾽ ἂν μνησαίμην οὔτ' ἐν λόγῳ ἄνδρα τιθείμην
οὔτε ποδῶν ἀρετῆς οὔτε παλαισμοσύνης,
οὐδ' εἰ Κυκλώπων μὲν ἔχοι μέγεθός τε βίην τε,
νικῴη δὲ θέων Θρηίκιον Βορέην*,
οὐδ' εἰ Τιθωνοῖο** φυὴν χαριέστερος εἴη,
πλουτοίη δὲ Μίδεω καὶ Κινύρεω*** μάλιον,
οὐδ' εἰ Τανταλίδεω Πέλοπος βασιλεύτερος εἴη,
γλῶσσαν δ' Ἀδρήστου**** μειλιχόγηρυν ἔχοι,
οὐδ' εἰ πᾶσαν ἔχοι δόξαν, πλὴν θούριδος ἀλκῆς·
οὐ γὰρ ἀνὴρ ἀγαθὸς γίνεται ἐν πολέμῳ,
εἰ μὴ τετλαίη μὲν ὁρῶν φόνον αἱματόεντα
καὶ δηίων ὀρέγοιτ' ἐγγύθεν ἱστάμενος.

ἥδ' ἀρετή, τόδ' ἄεθλον ἐν ἀνθρώποισιν ἄριστον
κάλλιστόν τε φέρειν γίγνεται ἀνδρὶ νέῳ.
ξυνὸν δ' ἐσθλὸν τοῦτο πόληί τε παντί τε δήμῳ,
ὅστις ἀνὴρ διαβὰς ἐν προμάχοισι μένῃ
νωλεμέως, αἰσχρῆς δὲ φυγῆς ἐπὶ πάγχυ λάθηται,
ψυχὴν καὶ θυμὸν τλήμονα παρθέμενος,
θαρσύνῃ δ' ἔπεσιν τὸν πλησίον ἄνδρα παρεστώς·
οὗτος ἀνὴρ ἀγαθὸς γίγνεται ἐν πολέμῳ·
αἶψα δὲ δυσμενέων ἀνδρῶν ἔτρεψε φάλαγγας
τρηχείας· σπουδῃ δ' ἔσχεθε κῦμα μάχης·

αὐτὸς δ᾽ ἐν προμάχοισι πεσὼν φίλον ὤλεσε θυμόν,
ἄστυ τε καὶ λαοὺς καὶ πατέρ' εὐκλεΐσας,
πολλὰ διὰ στέρνοιο καὶ ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης*****
καὶ διὰ θώρηκος πρόσθεν ἐληλάμενος,
τὸν δ' ὀλοφύρονται μὲν ὁμῶς νέοι ἠδὲ γέροντες,
ἀργαλέῳ τε πόθῳ πᾶσα κέκηδε πόλις·
καὶ τύμβος καὶ παῖδες ἐν ἀνθρώποισ' ἀρίσημοι
καὶ παίδων παῖδες καὶ γένος ἐξοπίσω,
οὐδέ ποτε κλέος ἐσθλὸν ἀπόλλυται οὐδ' ὄνομ' αὐτοῦ,
ἀλλ' ὑπὸ γῆς περ ἐὼν γίγνεται ἀθάνατος,
ὅντιν' ἀριστεύοντα μένοντά τε μαρνάμενόν τε
γῆς πέρι καὶ παίδων θοῦρος Ἄρης ὀλέσῃ.

εἰ δὲ φύγῃ μὲν κῆρα τανηλεγέος θανάτοιο,
νικήσας δ' αἰχμῆς ἀγλαὸν εὖχος ἕλῃ,
πάντες μὲν τιμῶσιν ὁμῶς νέοι ἠδὲ παλαιοί,
πολλὰ δὲ τερπνὰ παθὼν ἔρχεται εἰς Ἀίδην·
γηράσκων ἀστοῖσι μεταπρέπει, οὐδέ τις αὐτὸν
βλάπτειν οὔτ' αἰδοῦς οὔτε δίκης ἐθέλει,
πάντες δ' ἐν θώκοισιν ὁμῶς νέοι οἵ τε κατ' αὐτὸν
εἴκουσιν χώρης οἵ τε παλαιότεροι******.

ταύτης νύν τις ἀνὴρ ἀρετῆς εἰς ἄκρον ἱκέσθαι
πειράσθω θυμῷ, μὴ μεθιεὶς πολέμου.
========
Δὲν θὰ μνημόνευα λοιπὸν κι' οὔτε θὰ λογάριαζα ἕναν ἄνδρα
μήτε γιὰ ταχύτητα ποδιῶν μήτε γιὰ δύναμη στὴν πάλη,
ἤ κι' ἄν εἶχε μέγεθος ἤ δύναμη Κυκλώπων,
ἤ κι' ἄν νικοῦσε στὸ τρέξιμο τὸν Θρακικὸ Βοριὰ,
κι' ἄν στὴν κορμοστασιὰ ἦταν ὡραιότερος τοῦ Τιθωνοῦ,
πλουσιώτερος τοῦ Μίδα ἤ τοῦ Κινύρα,
κι' ἄν ἦταν ἰσχυρότερος βασιληὰς ἀπὸ τὸν Τανταλίδη Πέλοπα,
κι' ἄν ἀκόμη εἶχε τὴ γλυκόλαλη φωνὴ τοῦ Ἀδράστου,
καὶ κάθε λογῆς ἄλλη δόξα, πλὴν δὲν εἶχε τῆς πολεμικῆς ἀνδρείας·
γιατὶ δὲν δείχνεται ἄνδρας γενναῖος στὸν πόλεμο,
ἄν κάποιος δὲν ἀντέχει τὸν αἱματηρὸ φόνο τῆς μάχης νὰ δεῖ
κι' ἄν ἀντιμέτωπος δὲν φλέγεται μὲ τὸν ἐχθρὸ νὰ βρεθεῖ.

Αὐτὸ εἶναι ὑπεροχὴ, αὐτὸ γι' ἀνθρώπους ἔπαθλον ἄριστον,
κι' αὐτὸ ἀξίζει ἕνας νέος ἄνδρας ν' ἀποχτᾶ.
Κοινὸ ἀγαθὸ καὶ γιὰ τὴν πόλη καὶ γιὰ ὅλον τὸν λαὸ,
ἕνας ἄνδρας, δρασκελίζοντας, στὴ θέση του νὰ μένει σταθερὰ
μὲ τοὺς προμάχους, ξεχνῶντας τὴν ντροπιαστικὴ φυγὴ,
ἐκθέτοντας γενναῖα σὲ κίνδυνο τὴ ζωή, μὲ καρτερία στὴν ψυχή του,
κι' ἐνθαρρύνοντας μὲ λόγια τὸν συμπολεμιστή του,
στέκοντας στὸ πλευρό του· νὰ ποιὸς ἄντρας πρέπει στὸν πόλεμο·
καὶ τρέπει τάχιστα σὲ φυγὴ τὶς τραχειὲς φάλαγγες τῶν ἐχθρῶν,
καὶ γρήγορα ἀποκρούει τὸ κύμα τῆς μάχης·

κι' ἄν μὲς τοὺς προμάχους χάσει τὴ ζωή του,
τὴν πατρίδα καὶ τὸν λαὸ καὶ τὸν πατέρα του δοξάζει,
ἀφοῦ δέχτηκε κατάστηθα πολλὰ πλήγματα στὸ στέρνο,
στὴν ὀμφαλωτὴ ἀσπίδα καὶ στὸν θώρακα διαμπερῶς,
νέοι καὶ γέροντες μαζὺ τὸν θρηνοῦν
καὶ συντετριμμένη τὸν κηδεύει ὁλ' ἡ πόλις·
ὁ τύμβος του καὶ τὰ παιδιά του καὶ τὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν του
κι' ἡ μέλλουσα γενιά του περίβλεπτα ξεχωρίζουν μὲς τοὺς ἀνθρώπους,
ποτὲ δὲν σβήνει ἡ λαμπρὴ δόξα καὶ τὄνομά του,
ἀλλὰ, ἄν καὶ στὴ γῆς θαμμένος, ἀθάνατος παραμένει,
αὐτὸς, ποὺ ὁ πολεμόχαρος Ἄρης τυχὸν θὰ σκοτώσει
ἐνῶ ἀρίστευε καθὼς μαχόταν γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τὰ παιδιά του.

Κι' ἄν ξεφύγει ἀπ' τὸν πικρότατο θάνατο, νικητὴς, λαμπρὸ
πολεμικὸ καύχημα, ὅλοι τὸν τιμοῦν ὅμοια, νέοι καὶ γέροι,
καὶ μεταβαίνει πιὰ στὸν Ἄδη ἀφοῦ πρῶτα πολλὰ εὐχάριστα γευτεῖ στὴν ζωή·
γερνᾶ διαπρέπων μεταξὺ τῶν πολιτῶν, κανεὶς δὲν θέλει
νὰ τοῦ στερήσει μήτε σεβασμὸ μήτε δικαιώματα,
ὅλοι οἱ καθήμενοι, νέοι, συνομήλικοι, γηραιότεροι
τοῦ προσφέρουν τὴ θέση τους.

Ὁ καθένας ἄς προσπαθεῖ θαρραλέα νὰ φθάσει στὴν κορυφὴ
αὐτῆς τῆς ἀρετῆς, χωρὶς ν' ἀποφεύγει τὸν πόλεμο.
Μετάφραση: Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
~~
Σημειώσεις:
(*) Θρηίκιος Βορέης (-ιας)· ὁ βοριὰς ποὺ πνέει ἀπὸ τὴ Θράκη (ἐδῶ προσωποποιημένος) ἔχει τὸ χαρακτηριστικὸ τῆς ὁρμητικῆς ταχύτητας καὶ δυνάμεως·
συχνὰ στὴν ποίηση τὸν παίρνουν γιὰ μέτρο πρὸς τὸ ὁποῖο παρομοιάζουν τὴν πολεμικὴ ὁρμή (πβ. Παλαμᾶ: "ἀνάξιος ὅποιος τὰ φτερά του - φτερὰ ἀπὸ σκέ-
ψη ἤ ἀπὸ πράξη - δὲ γοργανοίγει τα, χαρά του - γιὰ νὰ πετάξει - βοριὰς θρακιάς, μὲ τοὺς ἀνέμους, - πρός τοὺς πολέμους
" ("Παράκαιρα").
(**) Τιθωνὸς, γυιὸς τοῦ βασιληᾶ τῆς Τροίας Λαομέδοντα, περίφημος γιὰ τὴν ὀμορφιά του.
(***) Κινύρας, μυθικὸς βασιληὰς τῆς Κύπρου· τὸν ἀγάπησε ὁ Ἀπόλλων καὶ τὸν ἔκαμε πάμπλουτο.
(****) Ἄδραστος, βασιληὰς τοῦ Ἄργους, ἀρχηγὸς τῆς ἐκστρατείας τῶν "Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας", πεθερὸς τοῦ Πολυνείκη· φημιζόταν γιὰ τὴ φυσικὴ εὐγλωττία
του.
(*****) ὀμφαλόεσσα· ἡ ἀσπίδα εἶχε στὸ κέντρο τῆς ἐξωτερικῆς της ἐπιφάνειας μιὰ προεξοχὴ ἤ κύρτωμα, ποὺ ὀνομαζόταν ὀμφαλός.
(******) Καὶ οἱ γέροι ἀκόμα σηκώνονταν ἐμπρὸς ἀπὸ τοὺς ἥρωες καὶ παραχωροῦσαν τὴ θέση τους κατὰ τὶς συνεδρίες τῆς "ἐκκλησίας", τῆς γερουσίας κτλ.
Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου.
Σχόλιο από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο στις 18 Δεκέμβριος 2013 στις 6:57

ἀπὸ  ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ,  Τετ.  18 Δεκ. 2013 6:52 am

Εικόνα
* * *
Ἀρχαῖοι Ἕλληνες Λυρικοί.
33ον.
Μίμνερμος: ἔρως καὶ γῆρας*
τίς δὲ βίος, τί δὲ τερπνὸν ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης;
τεθναίην, ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι,
κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή,
οἷ᾽ ἥβης ἄνθεα γίνεται ἁρπαλέα
ἀνδράσιν ἠδὲ γυναιξίν· ἐπεὶ δ' ὀδυνηρὸν ἐπέλθῃ
γῆρας, ὅ τ' αἰσχρὸν ὁμῶς καὶ κακὸν ἄνδρα τιθεῖ,
αἰεί μιν φρένας ἀμφὶ κακαὶ τείρουσι μέριμναι,
οὐδ᾽ αὐγὰς προσορῶν τέρπεται ἠελίου,
ἀλλ᾽ ἐχθρὸς μὲν παισίν, ἀτίμαστος δὲ γυναιξίν·
οὕτως ἀργαλέον γῆρας ἔθηκε θεός.
====
Τὶ ζωὴ καὶ ποιὰ χαρὰ χωρὶς τὴν χρυσὴ Ἀφροδίτη;
κάλλιο νὰ πέθαινα μόλις αὐτὰ δὲν θὰ μὲ νοιάζουν,
ἡ συνουσία στὰ κρυφὰ, οἱ χαρισμένες γλύκες, ἡ κλίνη ἡ συζυγικὴ,
λούλουδα ἑλκυστικὰ τῆς νιότης,
γι' ἄνδρες καὶ γυναῖκες· μὰ, ὅταν φτάσουν τὰ ὀδυνηρὰ
τὰ γηρατειὰ, ποὺ δυσειδὴ κι' ἀνίκανο τὸν ἄνθρωπο κάνουν,
μὲ φριχτὲς ἔγνοιες πάντα νὰ βασανίζουν τὸν νοῦ του,
νὰ μὴ χαίρεται οὔτε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου νὰ βλέπει,
μισητὸ στοὺς νεαροὺς, περιφρονημένο κι' ἀπὸ τὰ θηλυκὰ·
τόσο ἀνυπόφορα ἔκαν' ὁ θεὸς τὰ γεράματα.
Μετάφραση: [i]Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.[/i]
~~
Σημείωση:
(*) ὁ τίτλος δικός μου. Τὸ κείμενο δὲν ὑπάρχει στὸ βιβλίο ποὺ διαθέτω. Μᾶς διδάχτηκε ὡστόσο χθές.
Κείμενα τοῦ Μιμνέρμου ἔχω ἤδη μεταφρασμένα: τὸ 2ον καὶ τὸ 4ον τῆς σειρᾶς.


Σχόλιο

Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!

Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά

Στατιστικά ιστοσελίδας


Βίντεο

Σήμα

Γίνεται φόρτωση...

Φόρουμ

ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΜΟΥ

Ξεκίνησε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 10 Φεβ. 0 Απαντήσεις

Η Ποίησή μου

Ξεκίνησε από τον/την Βαγγέλης Βουτσίνος 10 Φεβ. 0 Απαντήσεις

ἡ κατάρα τῆς Ἀθηνᾶς

Ξεκίνησε από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο Ιουν 29, 2023. 0 Απαντήσεις

μαζὺ μὲ τὴν ἐπάνοδό μου, αὐτό

Ξεκίνησε από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο. Τελευταία απάντηση από τον/την Ἰάνης Λὸ Σκόκκο Ιουν 19, 2023. 1 Απάντηση

© 2024   Created by Nikolakakos Georgios (spartinos).   Με την υποστήριξη του

Διακριτικά  |  Αναφορά προβλήματος  |  Όροι χρήσης

SEO Services