Μια φορά κι ένα καιρό, σ ένα απόμακρο κάστρο του βοριά ζούσε ένας σκληρός μα κι εγωιστής πρίγκιπας. Δεν καταδεχόταν ποτέ τη γνώμη και τις συμβουλές κανενός από τους γύρω του, γιατί νόμιζε πώς όλα τα γνώριζε.
Μια μέρα στη διάρκεια κάποιου κυνηγιού του σε μακρινά μέρη ,έπιασε μια δυνατή μπόρα ,που τον ανάγκασε να καταφύγει σε μια φτωχική καλύβα για να προφυλαχτεί.
Τού άνοιξε κουτσαίνοντας ένας γενειοφόρος γέροντας καλωσορίζοντας τον στο φτωχικό του.
Πήρε απ τα χέρια του την μουσκεμένη μπέρτα του και την ακούμπησε με περίσσια προσοχή απέναντι από το τζάκι, καλώντας τον να καθίσει μαζί του στο τραπέζι.
«Γέροντα σ ευχαριστώ, νάξερες ποιόν βοήθησες..»,είπε ρίχνοντας του μια υπεροπτική ματιά.
Ο γέρος τότε γύρισε χαμογελώντας προς το μέρος του κρατώντας το τσουκάλι με την ζεστή χορτόσουπα και του απάντησε χαμογελώντας ,«Ναι ξέρω,βοήθησα ένα μουσκεμένο και ξεπαγιασμένο άνθρωπο»
Η απάντηση του όμως ,εξόργισε τόσο πολύ τον πρίγκιπα ,που έσπευσε τρέχοντας έξω απ την καλύβα για να φέρει τις αποδείξεις της υψηλής παρουσίας του.
«Γιατί μου κουβάλησες τη σέλλα τα αλόγου σου, άνθρωπε μου, θα κάνουμε μήπως ιππασία με τις καρέκλες εδώ μέσα?»είπε ο γέροντας κρατώντας την κοιλιά του απ τα γέλια.
Ο πρίγκιπας τότε με οργή την έριξε με δύναμη πάνω στο τραπέζι δείχνοντας του υπεροπτικά το θυρεό που ήταν σκαλισμένος πάνω της.
«Μπά, μια μαύρη ορχιδέα, σπάνιο λουλούδι στ αλήθεια», είπε εκείνος, εκδηλώνοντας τον θαυμασμό του.
Ο φιλοξενούμενος τα είχε χάσει και με το ζόρι συγκρατήθηκε να μην τραβήξει το ξίφος του.
«Μα δεν ξέρεις στ αλήθεια βρε ραμολιμέντο τι σημαίνει αυτό το οικόσημο?»είπε με στόμφο υποχρεώνοντας τον με τη βία να κολλήσει σχεδόν το πρόσωπο του πάνω στη σέλα του, για να το δει ακόμα πιο κοντά.
¨¨κατάλαβα, κατάλαβα,κηπουρός είσαι και του λόγου σου, αλλά κομματάκι υπερόπτης αν δεν κάνω λάθος έτσι?¨¨.Ο πρίγκιπας απηυδισμένος πιά ,κάθισε σε μιά καρέκλα, νοιώθοντας πως απέναντι του είχε ένα καθυστερημένο άνθρωπο ,που δεν άξιζε να του πάρει το κεφάλι, αφού στα σίγουρα θα ήτανε γιομάτο άχυρα .
Αφού γεύτηκαν τη νόστιμη σούπα ,σηκώθηκαν και οι δύο τους σχεδόν ταυτόχρονα και κατευθύνθηκαν προς την έξοδο της καλύβας.
Η βροχή είχε σταματήσει και η μπέρτα του είχε ήδη στεγνώσει,αλλά όχι και τα συναισθήματα του απέναντι στον παράφρονα οικοδεσπότη του.¨για πές μου λοιπόν,σε ποιόν ανήκει αυτή η γή που έχεις κτίσει την καλύβα σου γεροξεκούτη?¨¨
Εκείνος σαν να κατάλαβε το νόημα κάθε λέξης του, ξέσπασε σ ένα αυθόρμητο γέλιο που μαστίγωσε τα αυτιά του φιλοξενούμενου του.¨¨πάντως όχι σ εσένα για να μπορείς να μου τη γκρεμίσεις ¨¨
Ο πρίγκιπας συγκρατώντας τον θυμό του συνέχισε επίμονα να τον ρωτά για την ιδιοκτησία του χώρου ακολουθώντας τον από πίσω.
Τελικά ο γέροντας οδηγώντας τον στο πίσω μέρος της καλύβας σ ένα υποτυπώδες φυτώριο ,του έλυσε την απορία,απαντώντας του.¨¨ανήκει στην πριγκηπέσα Αρμονία φίλε μου,ησύχασες τώρα?¨¨Ο πρίγκιπας τότε άνοιξε διάπλατα τα μάτια από έκπληξη στο άκουσμα του ονόματος της.¨¨ώστε
γνωρίζεις αυτή την πανέμορφη κοπέλα που θέλω να κάνω γυναίκα μου?¨¨
Ο γέροντας χωρίς να του δώσει περισσότερη σημασία,έσκυψε πάνω από μια μικρή γλάστρα,προτρέποντας τον να δώσει μεγάλη προσοχή. ¨δεν είναι εύκολο νεαρέ πρίγκιπα να μεταφυτέψεις τούτο το σπάνιο λουλούδι σε άλλη γλάστρα, χωρίς να το κάνεις με μεγάλη προσοχή αλλά και με φροντίδᨨ.
Ο πρίγκιπας τότε παραμερίζοντας τον σχεδόν βίαια,ξερίζωσε το φυτό και με σπασμωδικές κινήσεις το φύτεψε σε μια μεγαλύτερη γλάστρα στουμπωνοντάς το με αρκετό χώμα .¨¨έτσι θα φερθείς και στην πριγκίπισσα Αρμονία εγωιστή πρίγκιπα..όπως στο λουλούδι?¨¨ ψέλλισε ο γέρος ,ρίχνοντας του
ένα βλέμμα γεμάτο αηδία.
¨Και τι έχει η πριγκίπισσα Αρμονία,που θάπρεπε να της φερθώ διαφορετικά βρε χούφταλο ?¨¨είπε εκείνος φωναχτά γυρίζοντας του τα οπίσθια.¨¨είναι μια πονεμένη κοπέλα που ερωτεύθηκε ένα ιππότη,αλλά ο πατέρας της και Βασιλιάς δεν τον ήθελε για γαμπρό του¨¨.συνέχισε ο γέρος σκύβοντας πάνω από μια άλλη μικρή γλάστρα που το λουλούδι μέσα της ασφυκτιούσε. ¨¨και καλά έκανε ο ασιλιάς βρε ραμολιμέντο και δεν της έδωσε τον Ιππότη,το καλό της ήθελ娨είπε ο πρίγκηπας γελώντας χαιρέκακα.¨¨όμως ο ιππότης,της σκοτώθηκε στις σταυροφορίες νεαρέ πρίγκιπα,γιατί ο Βασιλιάς τον έστειλε εκεί για ν απαλλαγεί για πάντα απο την παρουσία του¨¨.
Ο πρίγκηπας τότε έστρεψε το κεφάλι του αλλού θέλοντας ν αποφύγει το βλέμμα του γέρου,καθώς δάκρυα κύλισαν στα μαγουλά του.
Μπορεί να ήτανε εγωιστής αλλά σεβόταν τους Ιππότες και μάλιστα όσους θυσιάστηκαν για την αγάπη τους.
¨¨Και πώς μπορώ να κερδίσω την καρδιά μιας τέτοιας γυναίκας που ζεί με τις μνήμες μιας αγάπης που τόσο άδικα θυσιάστηκε?¨¨είπε σχεδόν κλαψουριστά.¨¨πές μου πως μπορώ να την κάνω να ξεχάσει και ν αγαπήσει εμένα?¨¨συνέχισε αποσπώντας την προσοχή του γέρου απ την προετοιμασία
του να μεταφυτέψει το λουλούδι σε μεγαλύτερη γλάστρα.
¨¨Θα πρέπει πρώτα να γίνεις καλός κηπουρός νεαρέ μου¨¨είπε κοιτάζοντας τον βαθιά στα μάτια.¨¨Κηπουρός εγώ ο πρίγκηπας,άκουσα καλά ?¨απάντησε εκείνος μουγκρίζοντας με δυσφορία.
¨¨Κοίταξε εδώ και πάρε το πρώτο μάθημα σου φίλε μου¨,είπε εκείνος αποσπώντας με προσοχή το φυτό μαζί με το χώμα του.
Ο πρίγκιπας θεώρησε εντελώς κουτή όλη αυτή την διαδικασία της μεταφύτευσης και άρχισε να τον κοροιδεύει.
¨¨θα μπορούσες να κάνεις ότι έκανα κι εγώ και μάλιστα χωρίς να λερωθείς με χώματα γεροξεκούτ稨του είπε και γύρισε να πάει προς το στάβλο κουβαλώντας την σέλα του.
Ο γέροντας τότε τον ακολούθησε ασθμαίνοντας με διάχυτη την πίκρα στο πρόσωπο του.
¨Δεν θα κερδίσεις ποτέ την καρδιά μιας γυναίκας μωρέ αν δεν μάθεις πρώτα
να μεταφυτεύεις σωστά ένα λουλούδι μαζί με το χώμα του ,μ ακούς?¨¨
Ο πρίγκιπας κοντοστάθηκε και γύρισε σαστισμένος προς το μέρος του,αφήνοντας την σέλα να πέσει με πάταγο στο έδαφος¨.
Kαι τι σχέση έχει μωρέ η μεταφύτευση ενός λουλουδιού με την αγάπη μια γυναίκας,μπορείς να μου πεις?¨¨Ο γέρος τότε ,τον κάλεσε να τον ακολουθήσει στο μέρος, που είχε αρχίσει να μεταφυτεύει ένα λουλούδι που το είχε αφήσει στη μέση .
¨Αν πρόσεξες μαζί με το λουλούδι έβγαλα με προσοχή και το χώμα που είχε γαντζωθεί στις ρίζες του και μετά το μεταφύτεψα με μεγάλη προσοχή στην μεγάλη γλάστρᨨ.Ο πρίγκιπας δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί χρειαζόταν να γίνει αυτή όλη η διαδικασία και επέμενε στην δική του πρακτική,δηλαδή στο ξερίζωμα και φύτεμα σε μεγαλύτερη γλάστρα.¨¨άκουσε λοιπόν με προσοχή αυτά που θα σου πω ,για να γίνεις πρώτα καλός κηπουρός και μετέπειτα καλός σύζυγος εγωιστή πρίγκιπα μου¨¨
Ητανε τόσο επιτακτική η φωνή του γέρου ,που δεν του άφησε περιθώρια για αντίλογο.
¨¨Για να σε αγαπήσει μια γυναικεία καρδιά που είχε αγαπήσει άλλον πριν από σένα,θα πρέπει να μαζί της να μεταφέρεις με τρυφερότητα και τις αναμνήσεις της και να μην της επιβάλεις να τις σβήσε騨 Ο πρίγκιπας κάθισε σεμνά δίπλα του χωρίς να τον διακόψει απ τον συλλογισμό του,γιατί άρχισε ήδη να μπαίνει στο νόημα.¨¨έτσι δεχόμενος κοντά σου μια γυναίκα με αναμνήσεις, την τοποθετείς πολύ τρυφερά μαζί με αυτές σε καινούργια ¨¨γλάστρᨨ δηλαδή στην δική σου φωλιά.Κατόπιν ρίχνεις φρέσκο δικό σου
¨¨χώμα ¨¨ δηλαδή τη δική σου φροντίδα και με το χρόνο οι ρίζες του λουλουδιού της καρδιάς της θ απλωθούν και θα μεγαλώσουν στο δικό σου χώμα ,συγκρατώντας ελάχιστα υπολείμματα απ το προηγούμενο.Ετσι είναι και με τη γυναίκα φίλε μου,δέξου την και αγάπησε την μαζί με το παρελθόν
της,γιατί εσύ με την αγάπη σου για κείνη θα γίνεις το παρόν και το μέλλον της¨¨
Ο πρίγκηπας ταράχτηκε απ τα σοφά λόγια του γέροντα και έσπευσε ν ακολουθήσει το παράδειγμα του μεταφυτεύοντας αυτή την φορά με μεγάλη προσοχή ένα άλλο λουλούδι μαζί με το χώμα του σε μεγαλύτερη γλάστρα.¨¨θα τα καταφέρω σαν κηπουρός γέροντα,πως με βλέπεις?¨¨ρώτησε γεμάτος αγωνία ¨¨και όχι μόνο καλός κηπουρός αλλά και καλός σύζυγος παλικάρι μου¨¨Στο βάθος μια μεγάλη πομπή πλησίαζε,συνοδός κάποιου σημαίνοντος προσώπου.Μια άμαξα ανάμεσα στους έφιππους λογχοφόρους ιππότες που την συνόδευαν και ένα οικόσημο χαραγμένο στην πόρτα της.Ήταν η πριγκίπισσα Αρμονία και είχε έλθει να συμβουλευθεί το γέρο κηπουρό.Ο πρίγκηπας γύρισε και την
κοίταξε βαθιά στα μάτια,η καρδιά του κόντεψε να σπάσει,.¨¨κηπουρέ ήλθα για εκείνο το λουλούδι που σου ζήτησα να το μεταφυτέψεις ,τα κατάφερες καλέ μου?¨¨είπε με ύφος σεμνό και θλιμμένο. Ο γέροντας τότε γύρισε το κεφάλι δείχνοντας της τον πρίγκιπα που απ την ταραχή, μόλις και που
στεκόταν στα πόδια του.
«Τούτος ο νεαρός κηπουρός το μεταφύτεψε και μάλιστα καλλίτερα από μένα κυρά μου» είπε και σπρώχνοντας τον αποσβολωμένο Πρίγκιπα προς το μέρος της, του ψιθύρισε στ αυτί,«θέλει και καλό πότισμα μετέπειτα ,μη το ξεχνάς !»
Μάριος Ζαμπίκος
(Μαράκος)
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά