Κρύψε με
μες τα μάτια σου
χάραξέ με
ανεξίτηλη
σε δικό σου
κρυφό
σημείο.
Να μην υφάνω
πέπλο τέτοιο
που μόνο
δέρμα
κρύβει.
Αφού,
ούτε το πρόσωπο
ούτε τα οστά
ούτε οι σάρκες
είμαι εγώ.
Δεν είμαι
τίποτα
απ'όλα αυτά
Εσύ
Πύλη
του ασυνείδητού
μου,
Θύρα
στην κάμαρη
του συνειδητού μου.
Έτσι
ορκίστηκα
στον Ουρανό
σιγή,
-αν πάψεις
μέσα μου,
αν φύγεις
απ' του
νου μου
τα λημέρια.
Ορκίστηκα
σιγή,
που δεν μπορώ
να κομματιάσω,
γιατί εκείνη
θέριεψε
χωρίς να το
αντιληφθώ
-έγινε
εκκωφαντική
και με ευκολία
σ' άπατα
με ρούφηξε.
Ορκίστηκα
σιγή,
για να
καταλαγιάσεις
μέσα μου
εσύ,
να ησυχάσεις.
Γαλήνη
να μου δώσεις.
Δεν θέλησες.
Τι κι αν
ξυπόλητη
πυρπόλυσα
την νύχτα
στη θυμέλη
-όχι για λόγους
αμνοσκοπίας-
όλα όσα δεν
καίγονται.
Μέχρι την
Νύχτα
έκαψα,
κι έμεινα
τυλιγμένη
μες στης
σιωπής σου
τ' αποκα'ί'δια.
Έκαψα
ότι σε
θύμιζε.
Μα
πως να κάψω
την
Μέρα;
Έσβησα
ότι την
εικόνα σου
αναδημιουργούσε
μήπως
μέσα μου
τον βόμβο σου
αναστείλλω,
μήπως
πάψω
να σ'ακούω,
να σ'αφουγκράζομαι.
Να σταματήσω
να με καταριέμαι.
Τα χαραγμένα βέλη
στα ξύλινα παγκάκια
των πάρκων,
δεν στάζουν
έρωτα,
δεν δείχνουν κατευθύνσεις.
Δείχνουν
την κάθετη βουτιά
σε μονοπάτια Μοναξιάς
Εκούσια παρατεταμένης.
Σε στάση εμβρυακή
τα όνειρά μου.
Το μόνο που θυμάμαι
είναι η
Βροχή.
Μέσα στην Βροχή
δαιμονισμένης
Ευδαιμονίας
Ευλογία.
Κρύψε με
πάνω σου.
Δεν είμαι
πρόσωπο
ούτε σάρκες
ούτε οστά.
Η φαρέτρα
άδειασε.
Τα μάγια;
λύθηκαν.
ΚΡΕΣΕΝΤΟ
Η μορφή
Σου,
εκείνη που
ποτέ
δεν είδα,
εγώ
που δεν σε
άγγιξα
ποτέ
Εσύ,
που δεν
με ξέρεις
εικόνα
εντυπωμένη,
-στάμπα
πάνω στις
κόρες
των ματιών
μου.
Άγια εσύ
Ξενιτειά μου,
Φως μου
εσύ
ανάμεσα
σε τόσες
χέρσες ξενιτειές,
σε πέλαγα
σε μεσογείους
σε ωκεανό,
που χωρισμό
λιμνάζουν
Παρίδα
μές
το πνεύμα
της ψυχής
μου.
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά