Δε θα νικηθώ.
Στο Φώς θα διαμείνω
στο ίδιο μου αυτό φώς.
Λούστηκα το χάδι Του.
Χόρτασα του Δνοφερού το Νύχι.
Έπεσα με φορά όλες τις αναβολές μου
μαχαίρι
Βρέχει κρουνηδόν έξω.
Το φόρεμά μου λεπτό
πέδιλα χωρίς ομπρέλα
Θερινή βροχή.
Ευλογημένη.
Καταραμένη.
Αφιόνι και βάλσαμο.
Πόνος σε εκκωφαντικά
λάλες φρἀσεις ρἐκβιεμ
αδιάπτωτες
πάνω μου γύρω μου
Ο αριθμός τους εφάμιλλος
των σταγονιδίων
της βροχής
Βάλσαμο κι αφιόνι.
Διαρρηγνύουν την επιδερμίδα
πυρπολούν τα σωθικά
αρπάζουν το πνέυμα
κατακρεμνίζουν.
Εξυψώνουν
Η μνημοσύνη ανελέητη
κατακεραυνώνει ορμητικότερα
του κατακλυσμιαίου όμβρου.
Να γυρίσω πίσω
Πού ; ξέμακρυνα πολύ
από το όποιο "πού" μου.
Μέχρι ν' ανοίξω την εσὠθυρα
να πατήσω στο κατώφλι
λύτρα.
Παντού θολό μελάνι
Το φόρεμά μου κολλάει
πάνω στο σώμα μου
νοιώθω τα μαλλιά μου να στάζουν
χαμηλά στη μέση μου,
στο λαιμό μου.
Δε θα αλλάξω.
Replay σε ζωντανή ηχογράφηση
"Γιατί έπαψες αγἀπη να θυμίζεις"
Μπάμπης Στόκας, 2001.
Χρόνια την ξέρω την απάντηση.
Χρόνια τώρα η ίδια.
Έγινε πίστη αδιάσειστη.
Επειδή δεν υπήρξες ποτέ.
Τόσο απλό.
Τελεία μεγάλη
σαν κουκκίδα πιπἐρι.
Ακάνθινοι πόνοι
κάθε ώρα σταυρός.
Αντίδοτο :
τα καρφιά σκουριασμένα.
Επίμονα θυμάμαι
ο Χριστός σταυρώθηκε
πριν από μένα
ανάμεσα σε εκατομμύρια
ψυχές αθώες.
Μα ήταν ο μόνος
που πάνω απ' το σταυρό
με τα καρφιά χειροπόδαρα
ζήτησε Συγχώρηση
από τον όποιο Θεό
για τους ενοφθαλμισμένους.
Έτσι ΄Αγιασε το σύμβολο.
Ζει αιανή μαρτύρια
Τον κουβαλώ πάνω μου
από κοριτσάκι μικρό
μαζί μου μεγαλώνει
καθώς μεγαλώνω,
πάνω μου ζει
απ' όταν ξεκίνησα
να δάκνω τον εαυτό μου
μέσα σε κάθε καθρέφτη
ψάχνοντας να με βρώ
Μνήμεων εκρήξεις.
Όρθια θα φύγω
Τα πέδιλά μου φορεμένα
στα πόδια μου.
Δε θ' αφεθώ να νικηθώ.
Σθένους μύρο έξακτο
στα πέπλα της ψυχής μου
πάνω στη σάρκα της σάρκας μου
τα σημάδια σου
που Ανέγγιχτη γέμισα
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά