
θυμίζει...
Ἆσπρα εἶναι τὰ μαλλιά μου, ποτὲ ξανθά, κι' ὁ γατούλης μου δὲν εἶναι
παρὰ ἀπὸ κάτω του καὶ στὰ ποδαράκια λευκός...,
ἀλλὰ..., παρ' ὁλ' αύτά,
τί μοῦ θυμίζει..., μωρέ, τί μοῦ θυμίζει...
Ἆσε ποὺ, ὅ,τι ὥρα θέλει, βρίσκεται στὴν ἀγκαλιά μου, δὲν χρειάζονται
ἀπόπειρες καὶ πονηριὲς γιὰ νὰ μὲ προσεγγίσει..., γι' αὐτὸ λέω: τί μοῦ
θυμίζει..., μωρέ, κι' ἄς μὴν εἶν' ὁλότελα ἔτσι, θὰ σπάσω τὸ κεφάλι μου:
τί μοῦ θυμίζει...
Ξυπνάω τὶς νύχτες καὶ κοιμᾶται μακαρίως στὸ πλάι μου ἤ, ἄν ξυπνήσει,
μὲ κοιτᾶ κατάματα καὶ τρίβει τὸ κεφαλάκι του στὸ χέρι μου, κατὰ προ-
τίμηση τὸ δεξί, ποὺ τὸν ἔχει χαϊδέψει τρυφερὰ ἑκατομμύρια φορές.
Εἶναι ζήτημα ὡρῶν ποὺ θὰ μὲ κοιμήσουν ἀλλοῦ καὶ δὲν ξέρω ἄν θὰ ξυ-
πνήσω νὰ ξαναδῶ δίπλα μου τὸ γατάκι μου...Δὲν ἔχω τίποτ' ἆλλο νὰ μ'
ἀγαπάει. Δὲν ὑπάρχει τίποτα καὶ κανένας, ὄχι ποὺ ν' ἀγαπῶ, ἀλλὰ ποὺ
νὰ μ' ἀγαπάει. Ξέρω ἀφάνταστα καλὰ τί λέω.
Μετὰ ἀπὸ ὕπνον βαθύ, φυσικὸ ἤ νοσηλευτικό, νὰ ξυπνοῦσα καὶ πάλι
παιδί..., νὰ γινόταν αὐτό! Ἄχ! Καὶ...

ξω φαραντολίτσες στὸ γατάκι μου...
Τώρα μὲ βαραίνουν πολλὲς πληγές. Τὸ μόνο ποὺ μπορῶ εἶναι νὰ θω-
πεύω. Τὸ ποὺ δακρύζω εἶν' ἐντελῶς ἄχρηστο. Ἀνακουφίζει ἀλλὰ...γιὰ
τί; γιὰ ποιόν; Ποιός νοιάζεται;
Ἆσ' τους, μωρέ!...
Κάποτε εἶχα ἀφήσει νὰ φανεῖ πὼς πέθανα. Τί ὡραία ἐποχούλα!...
Τώρα, ἄν πεθάνω στ' ἀλήθεια, θὰ μὲ ποῦν Καραγκιόζη, ποὺ αὐτο-ἐπ-
ἀναλαμβάνομαι, μανιεριστή, βρωμόγερο κωλοθεατρίνο ποὺ κάνει νά-
ζια. Λὲς καὶ γύρεψα χειροκρότημα. Μοναξιὰ καὶ λύτρωση ἤθελα.

αὐτοκίνητο ποὺ περνάει, μὲ τ' ἀνθοστέφανο, δὲν μοῦ ἀρέσει. Τί 'ν' αὐ-
τὸ τὸ κασόνι ποὺ μεταφέρει; Ἀνατριχιάζω, ἄθελά μου!...

Σῶπα, γατάκι μου. Κάπου θὰ βρεῖς μιὰ πρόσκαιρη ἀγκαλιὰ νὰ γείρεις.
Ἐσένα, πᾶντα κάποιος θὰ σ' ἀγαπάει. Κοιμήσου, νιαουροῦλι μου!
Νιάου..., τὸ γατί μου νιάου...
Θὰ ξυπνήσει τὸ πρωί
κι' ἄλλην ἀγκαλιὰ θὰ βρεῖ.
Νιάου...
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
Ἐνθάδε κατέθεσε τὶς ἀναμνήσεις του,
στοὺς ἀνθρώπους νὰ τὶς ξεσκίσουν,
- δὲν εἶχε τὸ μέσον νὰ τὶς στείλει ἀλλοῦ.
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά