"Μα πώς τυφλώθηκε αν επιτρέπεται με το μπαρδόν?" ,ρώτησε με αφέλεια η
παιδούλα εκ Πρωσσίας,βλέποντας τα κλεισμένα του βλέφαρα ."Αχ καλή
μου,αυτοί οι Τάταροι ,έτσι και πέσεις στα χέρια τους,σου πετάνε τα μάτια
έξω"..διευκρίνισε η αυτοκράτειρα,κουνώντας με συμπόνοια το κεφάλι της.
Εκείνη την στιγμή ακούστηκε ένας δυνατός γδούπος που επαναλαμβανόταν
μαζί με γοερές κραυγές πόνου,...γκάπ ..ώχ,γκούπ ..άχ…Ηταν ο Μιχαήλ
Στρογκώφ που παραπατώντας είχε αρχίσει να μετράει τα σκαλοπάτια
κατευθυνόμενος προς τη βάση της μαρμάρινης σκάλας.
"φρουροί,μαζέψτε τον και συναρμολογήστε τον στα σβέλτα,πριν πάρει δρόμο
κανένα κομμάτι του και το ψάχνουμε"ούρλιαξε υστερικά η Ελισάβετ και
κρατώντας αγκαζέ την Σοφία κατευθύνθηκαν προς το εσωτερικό του παλατιού.
Αφού λοιπόν διαβήκανε το προχώλ , κατευθύνθηκαν σχεδόν χοροπηδηχτά σ ένα
μικρό σαλονάκι για να πιούνε ένα ζεστό τσάι.
¨¨Εμείς οι δυό μικρή μου ,θα γίνουμε πολύ κολητές φίλες¨¨,είπε
χαμογελαστά και με νόημα η αυτοκράτειρα στην νεαρή Σοφία..Κατόπιν πήρε
στα χέρια της μια μεγάλη ταρανδοκουδούνα και χτυπώντας την με μανία,
κάλεσε τον υπεύθυνο τσαγιού για παραγγελιά.΄΄Ενα πλήρες χορταστικό για
δυο άτομα και στα σβέλτααααᨨτσίριξε στον δυστυχή αρχησέφ Σαμοβάρωφ που
κατέφθασε καταϊδρωμένος και τρέμοντας απ το φόβο του. Εκείνος στη
συνέχεια ,λες και του είχανε βάλει νέφτι στον ποπό ,έσπευσε να εκτελέσει
την παραγγελιά της αυτοκρατόρισσας.
Δεν πέρασαν παρα λίγα μόνο λεπτά της ώρας και νάσου δυο υπηρέτες να
κουβαλάνε ένα τεράστιο σαμοβάρι πού άχνιζε και που εναλλάσσονταν από
άλλους δύο όταν καιγόντουσαν τα δάχτυλα τους.
Πίσω τους και με το βήμα της χήνας,ακολουθούσε η υπεύθυνη σερβιρίσματος
Φιόροβα Τσάγεβνα,καθώς και μια δωδεκάδα υπηρέτριες με δίσκους γιομάτους
βουτήματα και κάθε λογής γλυκολιχουδιές.
Στο άψε σβήσε σερβίρισαν τις δυο κυρίες και κατόπιν εξαφανίστηκαν, λες
και άνοιξε η γη και τους κατάπιε. Πρώτη φορά η νεαρή Σοφία έβλεπε τόσα
καλούδια σε τραπέζι.¨¨όλα δικά μας ?¨¨ ψέλλισε γεμάτη δέος μπροστά στην
αυτοκράτειρα, που εντω μεταξύ είχε χωθεί με πλονζόν μέχρι τη μέση σ ένα
τεράστιο κέικ με σοκολάτα..
¨¨χλαμπούνιζε σκασμένο και μη με κόβεις στο καλύτερο ¨¨απάντησε εκείνη
οργισμένα ,αναδύοντας τα σοκολατοπασαλειμμένα μούτρα της μέσα από το
κέικ.
συνεχίζετα
Πρέπει να είστε μέλος του Ποιητική γωνιά για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του Ποιητική γωνιά